Με την υπογραφή του Αντώνη Κουρκούτα, το Ryotei 118 επαναπροσδιορίζει τη σχέση μας με την ιαπωνική κουζίνα, συνδυάζοντας την παράδοση με το σύγχρονο, urban comfort
Γράφοντας αυτό το άρθρο για το Ryotei 118, δεν μπορώ να μη γυρίσω νοερά πίσω, σε ένα παλιό ταξίδι μου στην Ιαπωνία. Θυμάμαι τα στενά του Τόκιο, τις μικρές gastropubs που ξεπηδούσαν μέσα από τα φώτα της Shinjuku και την εκλεπτυσμένη σιωπή της Ginza.
Θα μου πεις — πώς γίνεται η οδός Γούναρη στη Γλυφάδα να θυμίζει όλα αυτά; Κι όμως, υπάρχει ένα μικρό θαύμα, ένα διαμαντάκι, που καταφέρνει να φέρει λίγη από εκείνη τη μαγεία στην αθηναϊκή καθημερινότητα.

Πίσω από το Ryotei 118 βρίσκεται ο Αντώνης Κουρκούτας, executive sushi chef του «Ιθάκη». Ένας σεφ που ξέρει να μεταφράζει τον σεβασμό της ιαπωνικής παράδοσης σε μοντέρνα γευστική εμπειρία. Αλλά ένα όραμα δεν γεννιέται ποτέ από έναν (μόνο) άνθρωπο.
Δίπλα του βρίσκεται η Κατερίνα Κουρμούλη — Head Chef, ταλαντούχα, τολμηρή, με βαθιά γνώση της σύγχρονης ιαπωνικής κουζίνας και μια ματιά που παντρεύει το κλασικό με το δημιουργικό. Μαζί τους, ο Γιάννης Νεζιράι, Head Sushi Chef, και ο Ανδρέας Κωνσταντουδάκης, που φροντίζει τις Δημόσιες Σχέσεις, συνθέτουν μια ομάδα δεμένη, γεμάτη ενέργεια και πάθος.

Όταν πέρασα το κατώφλι του Ryotei 118, είχα στο μυαλό μου την εικόνα ενός πιο χαλαρού, cozy χώρου, μακριά από τη φινέτσα της «Ιθάκης».
Και πράγματι, το περιβάλλον σε κερδίζει αμέσως: μια minimal ατμόσφαιρα, ανοιχτή κουζίνα με ήχους από μαχαίρια που χορεύουν ρυθμικά πάνω σε ξύλινους πάγκους, και μια μπάρα φωτισμένη με τη σωστή ζεστασιά για να καθίσεις, να δεις, να αφουγκραστείς. Οι μυρωδιές της tempura και του ψημένου ψαριού ανακατεύονται με ψιθύρους από παρέες, με γέλια και ποτήρια που τσουγκρίζουν διακριτικά.
Η Γλυφάδα, αν και κοσμοπολίτικη, χρειαζόταν ένα τέτοιο σημείο. Ένα μέρος που δεν θα στηρίζεται μόνο σε burgers και cocktails, αλλά θα σου θυμίζει ότι η ουσία της γεύσης βρίσκεται στην απλότητα και στην πρώτη ύλη.

Το μενού του Ryotei 118 είναι ισορροπημένο και ευφυές. Κινείται ανάμεσα σε comfort προτάσεις και σε δημιουργικά πιάτα με ιαπωνικό DNA. Δεν είναι απλώς sushi, είναι μια ολοκληρωμένη εμπειρία.
Ξεκινήσαμε με το κουνουπίδι tempura, ένα πιάτο τόσο απλό και τόσο απροσδόκητα γοητευτικό. Το τραγανό του περίβλημα κρατούσε μέσα του όλη τη γλύκα του λαχανικού. Ένα πιάτο που κάνει ακόμη και όσους δηλώνουν “όχι φίλοι του κουνουπιδιού” να αλλάξουν γνώμη.
Ύστερα ήρθε το ταρτάρ σολομού με αβοκάντο και σάλτσα εσπεριδοειδών, με τραγανό κράκερ από φύκια. Φρέσκο, φωτεινό, παιχνιδιάρικο.

Και ακολούθησαν τα gyoza με μοσχαρίσιο κιμά και σάλτσα tosazu, λεπτά, ημιδιάφανα dumplings, ατμισμένα τόσο-όσο, με μια ελαφριά τηγανισμένη επιφάνεια που σκάει απαλά στο στόμα.
Μια μικρή παύση εδώ για να πούμε πως αυτά τα ιαπωνικά dumplings που καθιερώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν Ιάπωνες στρατιώτες επέστρεψαν από την Κίνα, απαιτούν μαεστρία για να εκτελεστούν σωστά όσες δεκαετίες κι αν περάσουν. Και στο Ryotei 118 ανάμεσα στη ζεστασιά της γέμισης και στη λεπτή οξύτητα της σάλτσας, το πιάτο αυτό σερβίρεται άψογα.

Το Ryotei διπλό smash burger ήρθε μετά, ζουμερό, πλούσιο, με υλικά που ισορροπούν και χωρίς την υπερβολή που συχνά συναντάς αλλού. Ένα comfort πιάτο που δείχνει ότι το καλό φαγητό δεν χρειάζεται πολλά, μόνο ακρίβεια και φροντίδα. Μπήκα στον πειρασμό να το συγκρίνω με άλλα της ίδιας κατηγορίας, και μπορώ να πω πως όσοι μένουμε στα νότια προάστια ξέρουμε πλέον που να απολαύσουμε ποιοτικό burger.
Στο sushi, ο Κουρκούτας παίρνει ξανά τον λόγο. Το καψαλισμένο λαβράκι με διπλό dressing αγριοράπανου (άσπρο και μαύρο) έχει φρεσκάδα και αρωματική ένταση, ενώ η γαρίδα tempura με τόνο και σάλτσα ají amarillo με τρούφα είναι μια μικρή αποκάλυψη. Η πιπεριά αυτή, με τη φρουτώδη, σχεδόν εξωτική γεύση της, δίνει μια νότα που θυμίζει μάνγκο και ροδάκινο. Ένα πιάτο που μιλά με ήπιους τόνους, αλλά μένει στη μνήμη.

Και στο τέλος, όπως κάθε όμορφο δείπνο, ήρθε το γλυκό φινάλε: ένα τιραμισού με κρέμα μασκαρπόνε, τόφου και λευκή σοκολάτα. Ανάλαφρο αλλά γενναιόδωρο, με πικράδα καφέ και τη διακριτική αγκαλιά της λιπαρότητας να το εξισορροπεί.
Ένα γλυκό που δεν κραυγάζει, αλλά ψιθυρίζει. Ένα «σήκωσέ με» — όπως μαρτυρά και το όνομά του — που σε αφήνει με χαμόγελο και μια γλυκιά επιθυμία να επιστρέψεις.

Το Ryotei 118 δεν είναι απλώς ένα ακόμη εστιατόριο. Είναι μια πρόσκληση σε ένα ταξίδι, εκεί όπου η ιαπωνική πειθαρχία συναντά τη μεσογειακή καρδιά του Αντώνη και των συνοδοιπόρων του.
Και στο τέλος της βραδιάς, φεύγεις χορτάτος όχι μόνο από γεύση, αλλά από ισορροπία, αρμονία και συναίσθημα.