Διάβασα προ ημερών ένα άρθρο το οποίο αναφερόταν στον Guide Rouge και στην απόφαση του να αξιολογήσει εστιατόρια από την περιοχή της Καππαδοκίας (Τουρκία). Σύμφωνα με τα προβλεπόμενα θα βραβεύσει κάποια από αυτά. Το τι ακριβώς θα γίνει, θα το δούμε το Δεκέμβριο που θα γίνουν οι σχετικές ανακοινώσεις.
Αυτό που έχει σημασία όμως, είναι ότι διαβάζοντας το άρθρο η πρώτη διαπίστωση που μπορούμε να κάνουμε είναι ότι η κουζίνα των εστιατορίων που θα βραβευτούν, εάν την ψάξεις, θα διαπιστώσεις ότι δεν έχει κάποια κολοσσιαία διαφορά (τεχνικές και πρώτες ύλες) με την λογική της ελληνικής παραδοσιακής κουζίνας στα πλαίσια του αναμενόμενου φυσικά, και των ιδιαιτεροτήτων που κάνουν τις δύο κουζίνες να διαφέρουν.
Και λοιπόν; Προφανώς αυτό θα σκεφτήκατε πρώτα απ’ όλα να ρωτήσετε. Η απάντηση είναι εύκολη, απλή, και ακολουθεί τη λογική των μεγάλων σεφ και των πολλών αστέρων εστιατορίων που είτε κλείνουν ή αποκτούν αδελφάκια casual προσανατολισμού, περισσότερο κοντά στις σημερινές συνήθειες και πιο κατανοητές στον απαίδευτο – κατά πλειοψηφία – σημερινό καταναλωτή ο οποίος συνήθως επισκεπτόμενος ένα «Μισελενάτο» εστιατόριο δεν καταλάβαινε τι τρώει.
Θα μου πείτε “και τι πειράζει;” αρκεί η ποιότητα αυτών που τρώει να είναι αρκούντως υψηλή. Εδώ φίλοι μου κάνετε λάθος. Αυτό δεν αρκεί στο μέσο – χωρίς ιδιαίτερες γνώσεις – πελάτη. Χρειάζεται να είναι και κατανοητή. Και στην εποχή μας, αυτοί που έχουν τη δυνατότητα, και την γνώση να κατανοούν, αρχίζουν και γίνονται απελπιστικά λίγοι.
Κάποιοι από εσάς, μπορεί να με ρωτήσετε αν αυτή η εξέλιξη προμηνύει κάτι κακό. Δεν θα σας απαντήσω γιατί θα ανοίξουμε ένα θέμα που σηκώνει μεγάλη συζήτηση. Αυτό που θα πω όμως είναι το εξής. Αν αυτές οι αλλαγές είναι συμβατές και αποδεκτές από ένα κοινό το οποίο έχει συνηθίσει και αρέσκεται σε κάτι απλό, είτε γιατί δεν αντιλαμβάνεται τις σύνθετες παρασκευές ή γιατί δεν μπορεί να τις πληρώσει, τότε δεν υπάρχει πρόβλημα.
Άλλωστε το έχουμε ξαναπεί «τα πάντα ρει».