Σε λίγες μέρες η μεγάλη γιορτή της ελληνικής κουζίνας θα τιμήσει τα καλύτερα εστιατόρια και ταβέρνες της Ελλάδας, που την υπηρετούν. Παρά τη λαίλαπα του φθηνού, του γρήγορου, του εύκολου και συχνά, κάθε άλλο παρά ποιοτικού φαγητού, η ελληνική γεύση καλά κρατεί. Ας ελπίσουμε ότι το αύριο θα είναι καλύτερο.
Για μια ακόμα χρονιά ο εστιατορικός χώρος ετοιμάζεται, σε λίγες μέρες, να γιορτάσει την ελληνική κουζίνα. Την Τρίτη 12 Νοεμβρίου θα τιμήσει αυτούς, που εξακολουθούν να επιμένουν ελληνικά και να βάζουν στο τραπέζι μας γεύσεις από την παράδοση, είτε ατόφιες, είτε μετασχηματισμένες και σύμφωνες με τις απαιτήσεις του 21ου αιώνα.
Ίσως το «για μια ακόμα χρονιά» να ακούγεται λίγο πεσιμιστικό και σαν να προαναγγέλλει μια ημερομηνία λήξης. Δυστυχώς όμως, σε μια χώρα 120.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, με 10 εκατομμύρια κατοίκους και με μια γαστρονομική παράδοση που ξεπερνάει τις δυόμιση χιλιάδες χρόνια, όπως θα διαπιστώσετε σε μερικές ημέρες, βραβεύονται μόλις και μετά βίας 5 εστιατόρια με παραδοσιακή ελληνική κουζίνα και τιμώνται με έπαινο 20 ακόμα περίπου. Νομίζω ότι για την ποιότητα, το εύρος, τα γευστικά χαρακτηριστικά και τη μοναδικότητα της ελληνικής κουζίνας οι αριθμοί αυτοί είναι πολύ μικροί και, θα έλεγα, απαισιόδοξοι. Για την ιστορία, θυμάμαι τα λόγια ενός πολύ καλού φίλου, που έχει στα Πεζά της Κρήτης την πολύ γνωστή και πολυβραβευμένη ταβέρνα Ονήσιμος. Ένα μεσημέρι καθώς τρώγαμε, μου έδειξε ένα κλειστό μαγαζί ακριβώς απέναντι από το δικό του και μου είπε λίγα, δυστυχώς, προφητικά λόγια. «Το βλέπεις αυτό; Αν εκεί ανοίξει μια πιτσαρία, εγώ μέσα σε ένα δύο μήνες θα αναγκαστώ να κλείσω.» Δυστυχώς αυτό δεν είναι ένα αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Όσοι έχουν ταξιδέψει σε χώρες με σημαντική γευστική παράδοση, θα έχουν χωρίς καμιά δυσκολία διαπιστώσει ότι χωρίς καμία προσπάθεια βρίσκουν φαγάδικα, συγγνώμη για την έκφραση, τα οποία πουλάνε πίτσες, μακαρόνια της στιγμής, κροκ μεσιέ, κρέπες, σούσι, χάμπουργκερ και λοιπά. Πολύ δύσκολα όμως βρίσκουν σημεία που προτείνουν καλή τοπική κουζίνα.
Μπορεί στα αυτιά πολλών από εσάς όλα αυτά να ηχούν δυσάρεστα. Δυστυχώς όμως είναι μια πραγματικότητα η οποία οφείλεται σε δυο παράγοντες. Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι δεν υπάρχει πουθενά κανένα σχολείο, το οποίο να μαθαίνει στους ανθρώπους τι σημαίνει καλό φαγητό, τι σημαίνει νοστιμιά, τι σημαίνει μαγειρική. Δυστυχώς, το μοναδικό σχολείο αυτού του είδους είναι το σπίτι και η οικογένεια. Παλιότερα, μέσα σε κάθε σπίτι υπήρχε μια γιαγιά και μια μάνα που μαγείρευαν κάποιο ιδιαίτερο φαγητό για ένα κυριακάτικο τραπέζι και όλα αυτά μάθαιναν εμάς τους νέους, τότε, να καταλαβαίνουμε τι τρώμε και να αποκτούμε μια πρώτη αίσθηση του τι σημαίνει ποιότητα. Αυτή η σχολή δυστυχώς έχει κλείσει. Στη θέση της έχουν μπει φανταχτερές διαφημίσεις για κουτάκια με ένα περιεχόμενο, που με λιγοστό νερό γίνεται μια λαχταριστή μακαρονάδα. Οι πόλεις, και όχι μόνο οι μεγάλες, έχουν πλημμυρίσει από μαγαζιά στημένα με έναν τρόπο που δεν έχει καμία σχέση με την παλιά ταβέρνα, τα οποία προτείνουν πίτσες, χάμπουργκερ, σουβλάκια και λοιπά, τα οποία ουσιαστικά σήμερα αποτελούν τον κύριο τρόπο διατροφής για τη νέα γενιά. Και δυστυχώς, η νέα γενιά, οι νέοι καταναλωτές του αύριο, αν θέλουμε να υπάρχουν εστιατόρια, θα πρέπει να έχουν τη γνώση που τους επιτρέπει να τα επισκεφθούν, να έχουν μια σχετική εμπειρία για να διακρίνουν τη διαφορά ποιότητας και γεύσης που προτείνουν, και προφανώς να καταλαβαίνουν γιατί ένα σουβλάκι με πίτα κοστίζει ελάχιστα ευρώ ενώ ένα πιάτο καλομαγειρεμένο φαγητό σπάνια θα το βρουν με τιμή κάτω από 10€. Αυτό όμως, με τις διατροφικές συνήθειες των νέων καταναλωτών φαντάζει απίθανο. Σκεφθείτε το και θα δείτε ότι έχω δίκιο.
Η όλη προσπάθεια που κάνει το FLAG IN LIFE, που κάνουμε οι συνεργάτες μου που με ακολουθούν και εγώ προσωπικά, έχει σαν στόχο (χωρίς να καταδικάζουμε την παρουσία μαγαζιών σαν αυτά που προανέφερα) να κρατήσει ζωντανή την ποιοτική κουζίνα και ιδιαίτερα την ελληνική, και στην παραδοσιακή της μορφή, αλλά και στη σύγχρονη, όπως προστάζουν οι επιταγές του εικοστού πρώτου αιώνα. Αυτό ακριβώς υπηρετεί και η μεταφορά του θεσμού των ΒΡΑΒΕΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΥΖΙΝΑΣ στη Θεσσαλονίκη, όπως και η προσπάθεια της ανάδειξης της Θεσσαλονίκης ως πρωτεύουσας της ποιοτικής κουζίνας στη χώρα μας. Πιστεύουμε ότι ο τίτλος «Θεσσαλονίκη Πόλη Γαστρονομίας» είναι κάτι πολύ σημαντικό, το οποίο πρέπει να εξελίξουμε και το οποίο θα ωφελήσει την εστίαση, τα ελληνικά ποιοτικά προϊόντα και την οικονομία της πόλης. Είναι προφανές όμως ότι, όπως λέει και ο σοφός λαός, «ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη». Για να πετύχουμε χρειάζεται σύμπραξη πολλών. Αυτό όμως απαιτεί τη συμπαράταξη του εστιατορικού χώρου, της δημόσιας διοίκησης και αυτών, που συνδέονται με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο με τη διατροφή. Προφανώς, κάτι γίνεται γιατί διαφορετικά δεν θα μπορούσαμε να βρεθούμε σε λίγες ημέρες όλοι μαζί σε μια αίθουσα προκειμένου να δώσουμε κάποια βραβεία. Όμως δεν είναι αρκετό. Ευτυχώς, ένα χαρακτηριστικό που με διακρίνει είναι η αισιοδοξία, εξ ου και ευελπιστώ ότι στο τέλος όλοι μαζί θα κερδίσουμε τον πόλεμο.
FLAG Restaurant Awards Greek Cuisine 2024 Ξυνό Νερό Trophy
Electra Palace Hotel / Θεσσαλονίκη
12/11/2024