Ο «Σκοτάδης», στο λιμάνι της Αίγινας, μετρά 80 χρόνια ζωής και έχει περάσει διάφορα στάδια, πριν φτάσει στην σημερινή του μορφή, όπου ο Γιώργος Λυκούρης (τρίτη γενιά) έχει κάνει το ουζερί να ξεχωρίζει! Πρώτη ύλη που «φυσάει», σεβασμός στη θάλασσα και πιάτα που ξεχωρίζουν και σίγουρα δεν θα βρεις σε ουζερί!
Το 1945 ο Γιάννης Αλιφαντής άνοιξε έναν καφενέ στον γιαλό στην Αίγινα – εκεί που έδεναν τα ψαροκάικα και φόρτωναν τα καΐκια με τα Αιγινίτικα κανάτια για τον Πειραιά – και σέρβιρε καφέ και σούπα, πριν ακόμη χαράξει, στους ψαράδες που ξεκινούσαν για να φέρουν την ψαριά της ημέρας στο νησί. Αποτελούσε το καθημερινό τους στέκι – πριν την ανατολή του ηλίου – για να πιουν τον καφέ τους ή ένα ζεστό.
Η φιγούρα του κου Γιάννη, που ξεχώριζε από το παράθυρο καθώς τους ετοίμαζε τους καφέδες στο κουζινάκι στο μισοσκόταδο, τους έδωσε την αφορμή να του κολλήσουν το παρατσούκλι «Σκοτάδης».
Δεν θέλουν άλλωστε και πολύ στα νησιά μας να δώσουν ένα προσωνύμιο σε κάποιον. Πολλοί είναι γνωστοί στις τοπικές κοινωνίες με το παρατσούκλι και όχι με το επίθετό τους.
Με την επιστροφή τους από το ψάρεμα, οι ψαράδες περνούσαν πάλι από το στέκι τους για να πιουν ένα ούζο με συνοδευτικό μεζέ ή μια ζεστή ψαρόσουπα, όταν ο καιρός το επέβαλε.
Γύρω στο 1980, το καφενείο ανέλαβε ο γαμπρός του κου Γιάννη – ο Στέλιος Λυκούρης – και το μετέτρεψε σε ουζερί. Σέρβιρε τους κλασικούς μεζέδες, όπως χταπόδια λιαστά, ψάρια τηγανητά και κάποιες φορές και ένα – δυο μαγειρευτά.
Το 2002, που το μαγαζί περνά στα χέρια του εγγονού του κου Γιάννη – Γιώργου Λυκούρη – αλλάζει ριζικά μορφή! Ο ίδιος έχει μεγαλώσει σ’αυτό το μαγαζί. Έπαιζε, διάβαζε.. έζησε την παιδική του ηλικία. Σπούδασε ναυτιλιακά Αθήνα και μετά Λονδίνο, αλλά στο μυαλό του είχε πάντα να αναλάβει το μαγαζί του παππού. Γυρίζοντας στο νησί του, αφού δουλεύει πρώτα ως σερβιτόρος στο μαγαζί και αποκτώντας την απαιτούμενη εμπειρία, αλλά και κερδίζοντας τον πελάτη με τη φροντίδα του (το δυνατό σημείο του Γιώργου), παίρνει την επιχείρηση στα χέρια του. Ναι μεν, δεν μαγειρεύει ο ίδιος, αλλά έχει ιδέες, δοκιμάζει και συντονίζει την ομάδα τόσο της κουζίνας, όσο και του service.
Στην κουζίνα έχει μαζί του, εδώ και πολλά χρόνια, τον chef Σωρήρη Λαμπαδάριο, ο οποίος είναι ένας ικανός μάγειρας και παρουσιάζει, εκτός από κλασικά πιάτα, ωμά ψαρικά με πολύ φρέσκια πρώτη ύλη. Προμηθεύονται μεγάλο μέρος των ψαριών που σερβίρουν από τα καΐκια που αράζουν καθημερινά σχεδόν μπροστά από το μαγαζί και από τον πάγκο της Γιάννας Σώρρου στην ψαραγορά της Αίγινας. Επιλέγουν μόνο τα επιτρεπόμενα είδη κάθε εποχής, ώστε να να μην διαταράσσουν στο παραμικρό το ευαίσθητο θαλάσσιο οικοσύστημα και τους ελληνικούς ψαρότοπους.
Το καλό ελαιόλαδο είναι από ένα ντόπιο τυποποιητήριο, από ελιές ποικιλίας Κορωνέϊκης από Κρήτη και Πελοπόννησο. Τα τυριά τους είναι αιγοπρόβεια και τα παράγει Αιγινίτης κτηνοτρόφος – τυροκόμος. Είναι εξαιρετική η γραβιέρα τους, αλλά και το αλοιφωτό γκερεμέζι που το σερβίρουν πασπαλισμένο με Αιγινίτικο φιστίκι.
Ο Γιώργος Λυκούρης με τον chef του και άτομα της ομάδας, ταξιδεύουν μαζί με στόχο να ενημερώνονται και να αναβαθμίζουν το φαγητό τους, παρακολουθούν σεμινάρια μαγειρικής και εδώ και κάποια χρόνια έχουν φτιάξει μια αξιόλογη λίστα με εμφιαλωμένα κρασιά. Φυσικά, δεν λείπουν τα τσίπουρα και μάλιστα θα βρείτε στο ράφι τους και παλαιωμένα αποστάγματα.
Δεν είναι λίγοι, αυτοί που επιλέγουν μια απόδραση στην Αίγινα ακόμη και αυθημερόν, με στόχο να φάνε στον Σκοτάδη. Κάποιοι προτιμούν τα κάτω τραπέζια, αλλά προσωπικά με κουράζει η φασαρία της περαντζάδας, μπροστά στο λιμάνι. Για μένα, η πιο ωραία ώρα στο μαγαζί είναι κατά τη δύση του ήλιου, σε ένα από τα μπροστινά τραπέζια στη μικρή ταράτσα του – είναι περιζήτητα βέβαια – να χαζεύεις τον ήλιο να χάνεται στη θάλασσα, με τον ορίζοντα να παίρνει τα χρώματα του δειλινού και τα σκάφη να είναι, θαρρείς, ασάλευτα πάνω στο υγρό στοιχείο.
Στο κάδρο μπαίνει και το χαρακτηριστικό πλωτό μανάβικο της Νεκταρίας, η οποία στέκει σχεδόν όλη μέρα στην προκυμαία, ακούραστη και χαμογελαστή, να πουλά την πραμάτεια της, που είναι εξαιρετική. Αλλά αν επιλέξετε αυτή την ώρα της μέρας, σίγουρα θα χρειαστείτε μια διανυκτέρευση στο νησί, καθώς τα τελευταία πλοία για Πειραιά αναχωρούν το αργότερο 19.00 – 20.00 μ.μ. από το νησί.
Στον «Σκοτάδη» θα συναντήσεις από πολιτικούς και αθλητές, ως καλλιτέχνες, αλλά και όσους επιλέγουν το μαγαζί για το καλό φαγητό του, ντόπιους, παραθεριστές αλλά και τουρίστες που εκτιμούν το ποιοτικό φαγητό και δεν αναζητούν κάτι μαζικό.
Αλλά ας δούμε κάποια από τα πιάτα που θα απολαύσετε στον «Σκοτάδη» και σίγουρα θα σας κάνουν να αγαπήσετε το ουζερί!
Ξεκίνημα με Bloody Mary με γαρίδα και σφηνάκια «Μαργαρίτα» με μύδια. Ο ωμός τόνος κρύβει μέσα του φρέσκια τομάτα και αρωματίζεται με μαντζουράνα. Το ceviche γίνεται με φρέσκια συναγρίδα ή φαγκρί ή μπαρμπούνι και το χριστόψαρο ή ο σαργός (ό,τι φέρει η ψαριά της ημέρας), tartare με lime και κόλιανδρο.
Μη χάσετε τον μαρινάτο γαύρο – ζουμερός και σχεδόν σούσι, ψημένος ελάχιστα σε αλάτι και χυμό μοσχολέμονου – που σερβίρεται με καλό ελαιόλαδο και ξύσμα lime. Το χταπόδι γίνεται καπνιστό και σερβίρεται πάνω σε φάβα.
Από τα ζυμαρικά, αξίζει να δοκιμάσετε τις ταλιατέλες σε ζωμό από καβούρι με tartare μπαρμπούνι. Ο φρέσκος μπακαλιάρος δίνει ένα ωραίο φρικασέ, όπου η σελινόριζα «ακούγεται» στο πιάτο. Φυσικά αν επιλέξετε φρέσκο ψάρι ημέρας, έρχεται άψογα ψημένο.
Και φυσικά, εγώ που αγαπώ τη φρέσκια τηγανητή πατάτα, εδώ βρίσκω από τις καλύτερες!
Γλυκό κλείσιμο με μπακλαβαδάκια με φιστίκι Αιγινίτικο με παγωτό καιϊμάκι και Amaretto Disaronno, σερβιρισμένο σε παγωμένες λεμονόκουπες.
Με πρώτη ευκαιρία, θα ξαναβρεθώ σε ένα από τα τραπέζια του Σκοτάδη, να δω τη δύση από κει, απολαμβάνοντας τα καλοφτιαγμένα ψαρικά του, συνοδεία ενός τσίπουρου.