Στα 50 χρόνια της παρουσίας μου στον χώρο της δημοσιογραφίας (στον χώρο της γεύσης για την ακρίβεια) είτε ως δημιουργός και σημαίνων συντελεστής στο Αθηνόραμα είτε ως δημιουργός και κινητήρια δύναμη στο Flag In Life, ελάχιστες φορές έχω αναρτήσει ένα κείμενο αμιγώς πολιτικό. Εξαίρεση ίσως να αποτελεί το Ευ ζην καθόλη τη διάρκεια της πορείας του στον χώρο των εντύπων.
Μετά από πολλά χρόνια αποφάσισα να το κάνω για μία ακόμα φορά. Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια ζούμε μία αδιανόητη πραγματικότητα, η οποία ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια μας ενώ την ίδια στιγμή η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν δίνει δεκάρα, αποχαυνωμένη από την ασυδοσία του λόγου και το 15λεπτο της δημοσιότητας που προσφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και όχι μόνο αυτά δυστυχώς. Απαθείς θεατές, χωρίς ίχνος παιδείας και ιστορικής γνώσης, παρακολουθούμε τα δρώμενα θεωρώντας ότι αυτά που βλέπουμε να συμβαίνουν αφορούν κάποιους άλλους και όχι εμάς. Όντως ίσως να μην αφορούν εμάς, αφορούν όμως μετά πάσης βεβαιότητας την επόμενη και τη μεθεπόμενη γενιά, δηλαδή τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας. Και μόνο γι’ αυτό έχουμε την υποχρέωση να ξυπνήσουμε και να αρθρώσουμε κάποιο λόγο. Ακόμα και αν δεν καταφέρουμε να ανατρέψουμε την κατηφορική πορεία που ακολουθούμε σαν ανθρώπινη κοινωνία, οφείλουμε να το κάνουμε. Απλά γιατί αυτό επιβάλλει το καθήκον μας και η ευθύνη γι’ αυτό που θα παραδώσουμε στις επόμενες γενιές.Παρακολούθησα με προσοχή και για πολλές ώρες τις μεθεόρτιες συζητήσεις, που ακολούθησαν τις γερμανικές εκλογές. Για μια ακόμα φορά θυμήθηκα τους στίχους του Λάκη Κάραλη, ενός τραγουδιστή από την περίοδο της χούντας, ο οποίος εύστοχα έλεγε σε κάποιο στιχάκι τραγουδώντας κάτι σχετικό με την εποχή εκείνη «και αφού είπαμε ότι κάτι πρέπει να κάνουμε, πήγαμε σπίτια μας». Δυστυχώς, αυτό ακριβώς ξαναζήσαμε παρακολουθώντας τα πάνελ που σχολίασαν τα αποτελέσματα των εκλογών, τα ανέλυσαν και έκαναν τις σοφές προβλέψεις τους. Αν και έχω κάποια άποψη, δυσκολεύομαι πραγματικά να αποφασίσω αν αυτό που λείπει από τους περισσότερους εξ όσων σχολίασαν και διατύπωσαν άποψη πάνω στο συγκεκριμένο θέμα είναι η έλλειψη μυαλού ή η έλλειψη ιστορικής γνώσης. Εκτός αν πέραν αυτών των δύο υπάρχει και το συμφέρον, που απαιτεί να μη σπάμε αυγά γιατί αυτό επιβάλλει η διατήρηση της θέσης μας και των προνομίων που απορρέουν εξ αυτής.
Έχω διαβάσει πολλά βιβλία γι’ αυτό στο οποίο θα αναφερθώ στην συνέχεια, όμως για λόγους συντομίας θα χρησιμοποιήσω μόνο μία φράση από την Εγκυκλοπαίδεια του Ολοκαυτώματος: «Οι επαχθείς όροι της συνθήκης των Βερσαλλιών ήταν αυτοί που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση είκοσι χρόνια μετά του ναζισμού».
Ποιο ήταν το κύριο θέμα των μετεκλογικών συζητήσεων: Η τεράστια πραγματικά άνοδος του ακροδεξιού ΑFD, ειδικότερα επειδή αυτό συνέβη σε μια χώρα που την βαραίνει (και θα την βαραίνει για πολύ) κάτι ανάλογα βαρύ με το προπατορικό αμάρτημα. Η σφαγή εκατομμυρίων αθώων, όχι σε κάποιο ρώσο-ουκρανικό πολεμικό μέτωπο αλλά εν ψυχρώ σε στρατόπεδα-σφαγεία.
Δυστυχώς για όλους μας, το φαινόμενο της ανερχόμενης άκρα δεξιάς δεν έχει τίποτα καινούργιο.Το ζούμε εδώ και κάποιες δεκαετίες στη Γαλλία, το ζούμε στην Αγγλία με τον Φαράτζ, στην Ιταλία με τη Μελόνι, στην Αυστρία, στην Ολλανδία και φυσικά και στην Ελλάδα. Αν προσθέσουμε τις ψήφους του Βελόπουλου και της Λατινοπούλου, ούτε λίγο ούτε πολύ έχουμε μία αξιωματική αντιπολίτευση κάθε άλλο παρά αμελητέα. Κι ενώ λίγο πριν τις Ιταλικές εκλογές κάποιοι έσπερναν τον φόβο αναφερόμενοι στο ενδεχόμενο υμνητές του Μουσολίνι και του φασισμού να καταλάβουν την εξουσία στην ιταλική χερσόνησο, μάς έτυχε μία πρωθυπουργός, η οποία μια χαρά σέβεται την ευρωπαΐκή μαγιονέζα και φροντίζει να μην «κόψει» ενώ ταυτόχρονα μάλλον κρυφοκοιτάζει και προς την πλευρά του Trump.Αντιγράφοντας τον Χαρίλαο Τρικούπη έχουμε δικαίωμα κι εμείς να ρωτήσουμε «τις πταίει;» και στη συνέχεια να απαντήσουμε χωρίς να μπορεί να μας διαψεύσει κανένας. Προφανώς, φταίνε «οι περίφημες δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου, οι οποίες κυβερνούν την Ευρώπη μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο». Αν μελετήσουμε τους αριθμούς (τους πραγματικούς και όχι αυτούς που ευημερούν) θα διαπιστώσουμε ότι εδώ και αρκετά χρόνια οι πλούσιοι (το 20%) γίνονται πλουσιότεροι και οι φτωχοί (το 80%) γίνονται φτωχότεροι. Και όπως είναι λογικό, πολλοί από τους τελευταίους βγαίνουν από το μαντρί αψηφώντας τους λύκους, οι οποίοι μάλλον δεν έχουν τόσο κοφτερά δόντια όσο αυτοί του 1940. Αυτά τα λίγα για να καταλαβαινόμαστε και να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο μεγάλο θέμα, το οποίο μπορεί να μην αποτελούσε διακύβευμα των γερμανικών εκλογών, εμμέσως όμως έχει κάποια σχέση με αυτές (ή νομίζουμε ότι έχει) και ως εξ αυτού απασχόλησε τα πάνελ των ειδικών δημοσιογράφων και πολιτικών αναλυτών. Αναφέρομαι στο περίφημο ζήτημα της ενοποιημένης Ευρώπης με ισχυρό Γαλλογερμανικό άξονα, ικανό να αντιμετωπίσει τις πραγματικά μεγάλες δυνάμεις, με δικό της εθνικό στρατό, με κοινές αποφάσεις που υποστηρίζονται από όλους κλπ. Αν δεν κάνω λάθος αυτή η περίφημη Ευρώπη των 27 έχει τουλάχιστον έξι- επτά διαφορετικές θρησκείες, κύριες η δευτερεύουσες, μιλάει πάνω από δεκαπέντε διαφορετικές γλώσσες και έχει μέλη με διαφορετικές ανάγκες. Ανάλογα με το γεωγραφικό ανάγλυφο της κάθε χώρας, τη γεωγραφική της θέση, τον ορυκτό της πλούτο αλλά και την ιστορία της, η οποία επέδρασε θετικά ή λιγότερο θετικά στη σημερινή της κατάσταση και στις ανάγκες της, λειτουργούν, λαμβάνουν αποφάσεις και στηρίζουν ή όχι προτάσεις της Ένωσης. Αυτές οι 27 χώρες ευαγγελιζόμαστε ότι θα αποκτήσουν ένα κοινό βηματισμό, θα σταθούν απόλυτα αλληλέγγυες η μία με την άλλη, θα θεωρήσουν τα προβλήματα της κάθε μίας προβλήματα του συνόλου και πολλά άλλα, για να μη μακρηγορούμε. Και όλα αυτά ελπίζουμε να τα πετύχουμε με ένα παμφάγο γραφειοκρατικό μηχανισμό στις Βρυξέλλες, ο οποίος πολύ συχνά νομοθετεί με βάση σκεπτικό και συμφέροντα, που ελάχιστα εξυπηρετούν τους λαούς που συναποτελούν την εν λόγω ένωση, τους οποίους υποτίθεται ότι υπηρετεί. Προφανώς, δεν είμαι αντιευρωπαϊστής και θεωρώ ευχής έργο κάποια στιγμή τα κράτη και τα κρατίδια, τα οποία αποτελούν την κατ’ ευφημισμόν ενωμένη Ευρώπη, να ενωθούν στην πράξη. Είναι ο μόνος τρόπος σε μία παγκοσμιοποιημένη υφήλιο να αντιμετωπίσουν ανατέλλοντες γίγαντες, όπως η Κίνα ή η Ινδία ή η Βραζιλία κλπ, οι οποίοι προστίθενται σταδιακά στις Ηνωμένες Πολιτείες και στη Ρωσία, χώρες οι οποίες ό,τι και να λέμε έχουν δυνατότητες που καμιά ευρωπαϊκή χώρα μόνη της δεν έχει.
Δυστυχώς, για μία ακόμα φορά οι ταγοί της δημοσιογραφίας και της καθοδήγησης των πολιτών κάθε άλλο παρά στάθηκαν στο επίπεδο που απαιτεί η αποστολή τους. Το ίδιο και χειρότερο συνέβη και με τους πολιτικούς, οι οποίοι συμμετείχαν στα μετεκλογικά show. Εν τω μεταξύ, οι λογαριασμοί (τα μεγάλα προβλήματα εννοώ) παραμένουν σε εκκρεμότητα. Ποιος θα τους πληρώσει; Μα σίγουρα το 80/100 που προαναφέραμε. Σε ό,τι αφορά το καινούργιο αυγό του φιδιού, πότε θα σπάσει και τι θα γεννηθεί, δε νομίζω ότι μπορεί κανείς να απαντήσει. Όμως όλα παίζονται.