Χωρίς να θέλω να προσβάλω ή να μειώσω κανέναν θα μεταφέρω τα εξής: υποτίθεται ότι είμαστε μία χώρα με παράδοση 3000 ετών σε πολλούς τομείς πολιτισμού, μεταξύ των οποίων είναι και ο χώρος της γεύσης. Έχουμε μία κουζίνα και γεύσεις τις οποίες αξίζει να γνωρίσει κάποιος, να ανακαλύψει τις αρετές τους και να απολαύσει την αρμονία τους.
Αυτό κι άλλα πολλά που τα έχουμε ξαναπεί τι μας λέει; Ότι η γεύση (το φαγητό αν θέλετε, η ελληνική κουζίνα για την ακρίβεια) είναι ένα αγαθό πολιτισμού και η απόλαυση του, αισθητικά, απαιτεί έναν ιδιαίτερο τρόπο προσέγγισης και μια συγκεκριμένη διαδικασία για να γίνει αντιληπτή.
Προς μεγάλη μου έκπληξη όμως προ ημερών, έπεσε το μάτι μου σε ένα βιντεάκι το οποίο είχε αναρτηθεί σε ένα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Όπως είναι γνωστό σε όσους παρακολουθούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τα βιντεάκια που διαφημίζουν εστιατόρια (ο θεός να τα κάνει) με τραπέζια γεμάτα φαγητά και τύπους όλο γκριμάτσες απόλαυσης που τρώνε είκοσι μπουκιές σε χρόνο dt και απονέμουν εύσημα Guide Rouge αφθονούν. Παρόμοια ήταν και η εικόνα σε αυτό που σας περιγράφω.
Ένα τραπέζι με 7-8 διαφορετικά πιάτα και από πάνω μία τύπισσα με ένα χαζό χαμόγελο και με γκριμάτσες θαυμασμού να αλλάζει τη μία γεύση μετά την άλλη. Με αυτό τον τρόπο υποτίθεται πως διαφήμιζε (δυσφημούσε το λένε στο χωριό μου) το εστιατόριο.
Το οποίο εστιατόριο έχει μία ισχυρή προβολή από πολλούς δημοσιογράφους οι οποίοι ασχολούνται με το φαγητό, θεωρείται κάτι το ιδιαίτερο και δεν έχει καμία σχέση με σουβλατζίδικα, ντελιβεράδικα και λοιπά παρεμφερή μαγαζιά. Επιπλέον δε, έχει τη σφραγίδα ενός από τους πιο γνωστούς έλληνες σεφ και μάλιστα πολυβραβευμένου. Η πρόθεση μου δεν είναι να σχολιάσω την ποιότητα του μαγαζιού και ούτε να ασκήσω κριτική για το αξιέπαινο της ιδέας. Απλώς, θέλω να ρωτήσω τους χρηματοδότες της προσπάθειας και τον πολυβραβευμένο επικεφαλής του σχεδιασμού των γεύσεων το εξής:
Θεωρείτε σωστό να διασύρεται η ποιοτική δουλειά ενός ταλαντούχου και καταξιωμένου σεφ με ένα βίντεο-σκουπίδι που κάθε άλλο, παρά, παραπέμπει στις Ελληνικές γεύσεις τις οποίες (μάταια φοβάμαι) προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανές;