Οι Όρνιθες του Άρη Μπινιάρη κέρδισαν την Επίδαυρο και συνεχίζουν την πανελλαδική περιοδεία τους προσφέροντας πολύ γέλιο, πολύ συναίσθημα, πολλή τροφή για σκέψη.
Έχουμε μπερδέψει το σύγχρονο θέατρο με το αρχαίο Δράμα. Θέατρο, από το θεώμαι, βλέπω, δηλαδή παρακολουθώ μερικές κινήσεις, μάλλον φυσιολογικές. Δράμα, από το δράω- δρώ, δηλαδή πράττω, γιατί οι χαρακτήρες δρουν, πράττουν, τρέχουν πάνω κάτω, χορεύουν, συνεχώς λικνίζουν ολόκληρο το κορμί τους με τρόπο μυστικιστικό, φωνάζουν, τραγουδούν, παίζουν μουσική, μουσική μυστικιστική. Θεοί εμφανίζονται από το πουθενά, μεταφορικά τραγούδια για παράξενους μύθους ξεκινούν χωρίς καμία προειδοποίηση. Η συνεχής κίνηση, η συνεχής μουσική, ο επικός χαρακτήρας μιας συγκλονιστικής πλοκής, όπου θεοί κι άνθρωποι συγκροτούνται, όλα αυτά είναι τόσο παράλογα, τόσο ακατάληπτα, τόσο νέα. Αν το να δεις σύγχρονο θέατρο είναι σαν να βλέπεις μια κατανοητή ταινία, να ζεις ένα αρχαίο Δράμα είναι σαν να ξυπνάς από ένα απερίγραπτο όνειρο. Πολύ λίγες σύγχρονες αποδόσεις αρχαίων έργων το καταφέρνουν αυτό. Και μια από αυτές ήταν οι Όρνιθες του Άρη Μπινιάρη.
Οι Όρνιθες είναι ίσως η καλύτερη σωζόμενη Κωμωδία του Αριστοφάνη. Το έργο ακολουθεί δύο φίλους, τον Ευελπίδη και τον Πεισθέταιρο, που, απελπισμένοι από την κοινωνία των ανθρώπων, προσπαθούν να φτιάξουν μια κοινωνία στους Ουρανούς. Μια κοινωνία, μαζί με τα πουλιά, τις Όρνιθες, τους πρώτους θεούς τους είδους μας, που όμως εμείς οι άνθρωποι τους έχουμε ξεχάσει και παραμελήσει εδώ και καιρό. Μια κοινωνία έξω από τη δυναστεία των αδίκων θεών, που όλο κάτι υπόσχονται, αλλά ποτέ δεν το δίνουν.
Σε αυτό το πλαίσιο εξελίσσεται μια ιστορία εξίσου σοβαρή και αστεία. Λωποδύτες- καρικατούρες εμφανίζονται, για να δημιουργήσουν ένα νέο σαθρό σύστημα. Ο Ηρακλής προσγειώνεται από τον Όλυμπο, με σκοπό να «καρυδώσει» τους δύο πρωταγωνιστές για την ανυπακοή τους απέναντι στους θεούς, ωστόσο υποτάσσεται, όταν του υπόσχονται το κάτι τις του. Πραγματικά, είναι πολύ δύσκολο να σε κάνει το θέατρο να γελάσεις και σπάνιο να νιώθεις ότι έσκασες από τα γέλια μετά από μια παράσταση. Ωστόσο, στις Όρνιθες κυριολεκτικά έκλαιγα από τα γέλια.
Εξίσου εντυπωσιακό ήταν το σοβαρό κομμάτι του Δράματος. Η συνεχής υποβλητική μουσική, ο αλλοπρόσαλλος φωτισμός, που άλλαζε χρώματα και δημιουργούσε σκιές, η παράξενη ενδυμασία των χαρακτήρων, η συνεχής κίνησή τους, καθώς έτρεχαν πάνω κάτω σαν τρελοί, σαν μανιασμένα πουλιά, που λίκνιζαν το κορμί τους στον ρυθμό της μουσικής, οι στεντόρειες φωνές τους- όλα αυτά δημιουργούσαν ένα μυστικιστικό κλίμα, λες και πράγματι είχες χαθεί σε κάποιο όνειρο, πολλά χιλιόμετρα βαθιά μέσα στον σκοτεινό κόσμο της φαντασίας. Και όλα αυτά ενίσχυαν τα βασικά στοιχεία της παράστασης: το εξαιρετικό έργο του Αριστοφάνη, την άψογη μετάφραση, προσθήκη και σκηνοθεσία του Άρη Μπινιάρη (αυτού του εκπληκτικού καλλιτέχνη, από τους λίγους πραγματικούς γνώστες του αρχαίου δράματος) και την τρομερή υποκριτική ικανότητα των ηθοποιών. Πραγματικά φάνηκε πως όλοι επιλέχτηκαν για την αξία τους και όχι χάρη σε κάποιο μέσο (όπως στις περισσότερες παραστάσεις, ακόμα και στην Επίδαυρο). Δεν έχω ξαναδεί παράσταση με τόσους δεκάδες ηθοποιούς, που να παίζουν τόσο καλά, που κανείς να μην ξεχωρίζει- ή μάλλον να ξεχωρίζουν όλοι.
Αυτό το πανέμορφο ρούχο φόρεσαν οι καλλιτέχνες σε ένα τόσο όμορφο σώμα, όσο οι Όρνιθες. Κάποτε, λέει ο γέρος Αριστοφάνης, οι άνθρωποι είχαν για θεούς τα πουλιά. Θα μπορούσε κανείς να πει: ήταν οι ίδιοι πουλιά. Ήταν ελεύθεροι, κυνηγούσαν τα πιο τρελά τους όνειρα, ήταν τόσο ευτυχισμένοι, που ήταν σαν να βίωναν το εκστατικό συναίσθημα, που βιώνουν τα πουλιά πετώντας. Ωστόσο, πλέον οι ανθρώποι πιστεύουν στους θεούς και περιμένουν από αυτούς τη σωτηρία τους. Πλέον δεν πετάν. Πλέον γειώθηκαν. Απότομη ελεύθερη πτώση στο κενό. Και τα φτερά κομμένα. Διεφθαρμένες κοινωνίες διεφθαρμένων ανθρώπων, που δεν είναι ο εαυτός τους, που ζούνε τυπικές, συμβατικές ζωές, που δυστυχούν. Δεμένοι με αλυσίδες στη γη. Φυλακισμένοι. Δούλοι. Δούλοι των εαυτών τους και των ψεύτικων θεών τους. Απόμακροι και αδιάφοροι, επαναλαμβάνει ξανά και ξανά ο Προμηθέας στο έργο. Αυτό είναι οι θεοί, που παράτησαν τους ανθρώπους αβοήθητους, σε μια ζωή χωρίς νόημα και χωρίς κάποιο χάρτη, για να το βρουν.
Οι δύο πρωταγωνιστές, λοιπόν, ψάχνουν στα πουλιά, στην πρωτόγονη φύση μας, τη φυσική μας κατάσταση. Μόνο αυτή μπορεί να μας κάνει ευτυχισμένους. Οι σύγχρονες κοινωνίες είναι πρόσφατες, πολύ μικρές σε σχέση με την παλιά, αιώνια μητέρα φύση. Ο φυσικός νόμος νικά τον ανθρώπινο και με βάση τον πρώτο οι δύο φίλοι προσπαθούν να φτιάξουν έναν νέο, δίκαιο Κόσμο βασισμένο στην αγάπη. Όταν οι θεοί προσπαθούν να καταστρέψουν αυτόν τον Κόσμο, ο Πεισθέταιρος τρομοκρατείται. Βλέπει σε κίνδυνο το όραμά του για ένα καταφύγιο, για όσους έχασαν τα φτερά τους, έπεσαν απότομα και κανείς δεν πήγε να τους σώσει. Για ένα καταφύγιο, όπου καθένας θα βρει μόνος του ξανά τα δικά του φτερά, με αυτά θα μπορέσει να πετάξει- αλλά σε αυτή τη διαδικασία θα πάρει τη βοήθεια, που καθένας δικαιούται και αξίζει. Οι πόλεις, που δοξάζουν τους θεούς, συμβολίζουν τους ανθρώπους, που ψάχνουν ένα εγγενές, προκατασκευασμένο νόημα, ένα προϋπάρχοντα χάρτη ζωης, που άλλοι θα τους δώσουν. Απέναντι στην απαλλοτρίωσή τους προτάσσεται η πίστη στα πουλιά, στην πρωτόγονη φύση μας, που κρύβεται μέσα μας και φυλά τον πραγματικό μας εαυτό, που μόνο αυτός μπορεί να μας κάνει ευτυχισμένους.
Τόσο ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος, όσο και ο Γιώργος Χρυσοστόμου, που υποδύονται τους δύο πρωταγωνιστές, απέδωσαν συγκλονιστικά την αγωνία των δύο φίλων, που απελπίζονται από την κοινωνία τους, από τον Κόσμο της Γης και προσπαθούν να γίνουν πουλιά. Να βγάλουν φτερά, για να πετάξουν. Να ξεφύγουν από αυτόν τον ζοφερό Κόσμο, που τους καταπιέζει. Να φτιάξουν ένα Κόσμο δίκαιο και όμορφο, όπου οι ανθρώποι ζουν αγαπημένοι και βοηθούν ο ένας τον άλλον να υλοποιήσουν τα όνειρά τους- χωρίς να αλληλοεμποδίζονται για το προσωπικό τους συμφέρον. Το ατομικό συμφέρον είναι ένα με το συλλογικό, η αγάπη είναι ένα με την επιβίωση.
Συνοπτικά, οι Όρνιθες ήταν μια εξαιρετική παράσταση. Από όπου κι αν την πιάσεις, άγγιξε την τελειότητα. Αν τη δεις, και θα κλάψεις από τα γέλια, αλλά και θα συγκλονιστείς από το σοβαρό κομμάτι της. Κλείσε άμεσα εισιτήρια!