Τα κρασιά της Νότιας Αφρικής δεν είναι ευρέως γνωστά στην Ελλάδα, παρόλη την υψηλή τους ποιότητα και τις σχετικά καλές τιμές που έχουν, σε σχέση με άλλες περιοχές του Αγγλόφωνου Νέου Κόσμου. Η χώρα, έχοντας περάσει πολλές ιστορικές τρικυμίες, έχει να επιδείξει έναν σύγχρονο και διαρκώς αναπτυσσόμενο αμπελώνα. Πάμε να τον γνωρίζουμε, μέσα από τη σύντομη ιστορία του.
Παρά το χαρακτηρισμό της ως χώρα του «Νέου Κόσμου», η Νότια Αφρική παράγει κρασί εδώ και 350 χρόνια, καθιστώντας την μία από τις παλαιότερες παραγωγικές χώρες του είδους. Το 1655, ο Γιαν βαν Ρίμπεκ, της Ολλανδικής Εταιρείας Ανατολικών Ινδιών, εισήγαγε την οινοπαραγωγή στην περιοχή του Ακρωτηρίου, αναγνωρίζοντας τις δυνατότητες του εδάφους και του κλίματος.
Αρχικά, η παραγωγή κρασιού ήταν περιορισμένη και αφορούσε κυρίως την κάλυψη τοπικών αναγκών και τον εφοδιασμό των ολλανδικών πλοίων. Με την άφιξη των Γάλλων Ουγενότων, ωστόσο, οι οποίοι έφεραν τις γνώσεις και νέες ποικιλίες αμπέλου, η ποιότητα των νοτιοαφρικανικών κρασιών βελτιώθηκε αισθητά.
Μετά την εισβολή των Βρετανών το 1795, οι εξαγωγές νοτιοαφρικανικών κρασιών αυξήθηκαν, ιδιαίτερα προς την ίδια τη Βρετανία. Όμως, όταν το βρετανικό εμπόριο με τη Γαλλία ενισχύθηκε, οι εξαγωγές της Νότιας Αφρικής μειώθηκαν, και η άφιξη της φυλλοξήρας έφερε την παραγωγή σε κρίσιμο σημείο.
Για να σταθεροποιηθεί η παραγωγή, ιδρύθηκαν κυβερνητικοί συνεταιρισμοί, με κύριο εκπρόσωπο τον KWV, που ανέλαβε να ρυθμίσει την παραγωγή. Παρά τους αυστηρούς κανονισμούς, η επέμβαση αυτή απέτρεψε την απώλεια πολλών παλαιών αμπελώνων.
Το 1997, με τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις, η απορρύθμιση της βιομηχανίας επέτρεψε στους οινοποιούς να επικεντρωθούν στην ποιότητα. Η Νότια Αφρική παράγει πλέον κρασιά παγκοσμίως αναγνωρισμένα.
Κάποια από αυτά εισάγονται και στην Ελλάδα, αναζητώντας τη δική τους θέση στις κάβες, τα σούπερ μάρκετ και τις λίστες των εστιατορίων. Η Λίλλυ Χαλικιά, sommelier και ιδρύτρια της AweSomm Imports, μας εξηγεί τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον Έλληνα καταναλωτή και τα κρασιά της Νότιας Αφρικής: «Η ανταπόκριση του ελληνικού κοινού στα νοτιοαφρικανικά κρασιά είναι εξαιρετικά θετική. Οι Έλληνες καταναλωτές εκτιμούν όλο και περισσότερο την ποιότητα και την μοναδικότητα που προσφέρουν, ειδικά τις ποικιλίες όπως το Chenin Blanc και το ιδιαίτερο Pinotage, οι οποίες συνδυάζουν ανώτερα χαρακτηριστικά με εξαιρετική σχέση ποιότητας-τιμής. Βλέπουμε ότι η αγορά δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα κρασιά από αυτήν την τόσο πλούσια οινοπαραγωγική περιοχή, η οποία συνδυάζει παράδοση με καινοτομία. Η μοναδικότητα των terroirs της Νότιας Αφρικής, σε συνδυασμό με το προσιτό κόστος, είναι κάτι που πλέον αναγνωρίζεται και εκτιμάται από τους Έλληνες οινόφιλους.»
Με αμπελώνες κοντά στον 34ο παράλληλο και ψυχρά ρεύματα όπως το Μπενγκουέλα, οι ποικιλίες της Νότιας Αφρικής ωριμάζουν διατηρώντας φινέτσα και οξύτητα. Ο ποικιλόμορφος χαρακτήρας της περιοχής αναδεικνύει το Chenin Blanc, το μοναδικό Pinotage, και άλλες παγκόσμιες ποικιλίες, προσφέροντας κρασιά υψηλής ποιότητας και ανταγωνιστικών τιμών.