Το πρωί λειτουργεί ως καφέ και δεν το πιάνει το μάτι σου… αν δεν σου μιλήσει κάποιος για το «Ντελόγο», σίγουρα δεν είναι από τα μαγαζιά που θα μπεις για φαγητό.
Κι όμως, το μικρό γωνιακό μαγαζί, πίσω από τον Πύργο των Αθηνών στους Αμπελόκηπους, κρύβει αυθεντικές κρητικές γεύσεις, όπως αυθεντικοί είναι και οι ιδιοκτήτες του.
Αγαπώ την Κρήτη… τη φιλοξενία… τους ανθρώπους της! Πάντα θέλω να γυρνώ στο νησί γιατί πάντα περνάω καλά! Ένας γλυκός λόγος, μια μαντινάδα ανάμεσα στις ρακές, που ξεκινούν από το πρωί και τελειωμό δεν έχουν, είναι οι μνήμες μου από το νησί.
Στην προσπάθειά μου να φέρω την Κρήτη κοντά μου – όταν εγώ δεν είμαι στο νησί – αναζητώ στην πόλη αυθεντικά στέκια που «μυρίζουν» Κρήτη.
Το «Ντελόγο» το ανακάλυψα μέσα στην καραντίνα, όταν ένας φίλος που αγαπά το καλό φαγητό, μου μίλησε γι’αυτό! Ήταν ένα ηλιόλουστο μεσημέρι Σαββάτου θυμάμαι, τέλη Γενάρη και φτάνοντας βλέπω στο μικρό πάσο ένα καζάνι με σούπα ημέρας (λαχανικών για κείνη τη μέρα) φτιαγμένη από τα χέρια της Αγάπης, της συζύγου του ιδιοκτήτη, του Σήφη.
Μια επιγραφή πιο δίπλα έγραφε: «Αν σου πει κάποιος {δεν μπορείς}, πες του {κοίτα να μαθαίνεις}». Πολύ το χάρηκα, μια που είναι το moto μου τα τελευταία χρόνια. Το μαγαζί είναι άδειο και αναζητώ κάποιον… μετά από λίγο εμφανίζεται από την κουζίνα ο Σήφης, ο ιδιοκτήτης. Μια γνήσια κρητική φιγούρα! Τον ρωτάω αν είναι αυτός που μίλησα μαζί του στο τηλέφωνο νωρίτερα, καθώς είχα καλέσει να δω αν θα έχει αντικριστό, μιας και δεν θα το έχανα για κανένα λόγο. Μου απαντά με τη γνήσια κρητική προφορά: «Ναι, μαζί μιλήσαμε, αλλά πρώτα θα κεράσω μια ρακή και μετά θα τα πούμε…». Άντε ν’αρνηθείς.
Στο βάθος του μαγαζιού, σ’ένα μαυροπίνακα, γραμμένη με κιμωλία η φράση: «Το πάθος, το λάθος και η παραγγελία πληρώνονται Ντελόγο»! Ερχόμενος ο Σήφης με τη ρακή, του λέω: «Τι θα πει Ντελόγο;». Με τον αυθορμητισμό και την ιδιαιτερότητα που διακρίνει τους Κρητικούς, απαντά: «Θα σας φέρω μεζέ και θα στα πω όλα»!
Με το πρώτο καραφάκι, φτάνει στο πάσο μια θεϊκή κρητική γραβιέρα με παξιμάδια, αγγουράκι και τοματίνια με χοντρό αλάτι. Με τη δεύτερη ρακή, ντολμαδάκια και ανθοί από τα χέρια της Αγάπης, συνοδευόμενα από το καλύτερο ξύγαλο που έχω δοκιμάσει. Μαζί φέρνει και ένα λουκάνικο ξυδάτο, από παραγωγό στη Μεσαρά. Ο Σήφης μας εξηγεί ότι «ντελόγο» στην κρητική διάλεκτο σημαίνει «αμέσως»! Μες την ώρα φτάνει ο γιος του ο Στέλιος. Δεν θέλει πολύ να καταλάβεις την καταγωγή του. Με το «καλώς βρεθήκαμε κοπελιά» που με χαιρετά με κρητική προφορά, νιώθω τη θετική αύρα και μια ζεστασιά που εκπέμπει. Μπαίνει στην κουζίνα και επιστρέφει με πιταράκια (μισά με μυζήθρα, μισά με χόρτα) και την επόμενη γύρα από ρακές. «Από τα χέρια της μάνας μου», μού λέει.
Ο Σήφης μού λέει «έλα στην κουζίνα να δούμε αν έγινε το αντικριστό». Εντυπωσιάζομαι που σ’ έναν τόσο μικρό χώρο ψήνει – με τον παραδοσιακό τρόπο – αρνί και κοτόπουλο και στη χόβολη από κάτω, οφτές πατάτες. Κόβει το αρνί και το βάζει σε μια μικρή πιατέλα και δίπλα του τις οφτές πατάτες. Η κάθε μπουκιά με ταξιδεύει στην Κρήτη. Ο Σήφης μειδιά κάτω από το μουστάκι του και μου λέει: «Είναι καλό ή να το πάρω πίσω;» Απ’ ό,τι θυμάμαι πήρε μόνο την πιατέλα με τα κόκκαλα καθαρισμένα. Ακόμη και η τραγανή πέτσα, σκέτος πειρασμός! Μυζηθρόπιτα με μέλι καυτή καυτή με την τελευταία γύρα ρακές! Αυτές για το δρόμο, λέει ο Σήφης, γελαστός.
Πως να μην ανοίγει η καρδιά σου όταν πηγαίνεις σε Κρητικά κρυμμένα μαγαζιά σαν το Ντελόγο; Φεύγοντας παίρνω 2-3 γλυκά καλτσουνάκια για το πρωϊνό της επόμενης μέρας, με τον καφέ μου. «Αυτά και οι ρακές, κέρασμα από μένα!» φωνάζει ο Σήφης.
Στο λιλιπούτειο μαγαζί – ένα βήμα από τον Πύργο των Αθηνών – η ζωή συνεχίζεται, καθώς κάθε βράδυ συρρέουν οι θαμώνες και δεν φεύγουν πριν βγει ο ήλιος!
Η μουσική από τα ηχεία, τι άλλο από Κρητική, με τη λύρα να σε ταξιδεύει;
Φύγαμε αργά το απόγευμα από το Ντελόγο, με την υπόσχεση του Σήφη, την επόμενη να μας έχει λαγό στιφάδο, σπεσιαλιτέ της γυναίκας του, της Αγάπης. Επίσης, έχω κρατήσει στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι η Αγάπη φτιάχνει εκπληκτικό συκώτι και φοβερή κοτόπιτα, τα οποία δεν έχω δοκιμάσει και φυσικά από το μενού, δε λείπουν οι μπουμπουριστοί χοχλιοί.
Κλείνοντας, θα μοιραστώ μαζί σας ακόμη μια μαντινάδα που είναι γραμμένη σε άλλο μαυροπίνακα του μαγαζιού, καθώς βρίσκω να με καλύπτει:
«Με μια γλυκιά κουβέντα σου
κι ένα καλό σου λόγο,
ότι κι αν έχω μου περνά
και το ξεχνώ Ντελόγο!»