Το Μαμ, ένα από τα πρώτα τυροπιτάδικα της Αθήνας, που κάποτε αποτελούσε πόλο έλξης του κέντρου, συνεχίζει ακάθεκτο ακόμα και σήμερα.
Όντως, τα πρώτα μαγαζιά με street food στην Αθήνα ήταν τα σουβλατζίδικα. Με αυτά άρχισε ένας εντελώς καινούργιος τρόπος λειτουργίας του φαγάδικου. Πλέον δεν υπήρχε μονάχα η επιλογή να κάτσεις στα τραπέζια, να περιμένεις τον σερβιτόρο να πάρει την παραγγελία σου, να τη μεταφέρει στην κουζίνα, τον μάγειρα να ετοιμάσει το φαγητό και μετά από πολλή ώρα τον σερβιτόρο να στο φέρει. Πλέον πήγαινες στο μαγαζί, παρήγγελνες, σε λίγο είχες το φαγητό στο χέρι σου και μπορούσες να πας όπου θες. Μοιάζει αυτονόητο σε εμάς. Όμως, κάποτε δεν ήταν. Με αυτήν την καινοτόμο πρακτικότητα έγιναν γνωστά τα πρώτα σουβλατζίδικα της Αθήνας και ξεκίνησε η παράδοση, που σήμερα έχει κορυφωθεί (όταν έχουμε φράγκα φυσικά). Ωστόσο, η ιστορία έχει αδικήσει την τυρόπιτα (να μια φράση, που δεν περίμενα ποτέ να πω). Γιατί με την ίδια ακριβώς πρακτικότητα με τα σουβλατζίδικα εξελίχθηκαν και τα τυροπιτάδικα. Ένα από τα πρώτα ήταν το Μαμ.
Τα παλιά χρόνια, τόσο για βόλτα, όσο κυρίως για δουλειά και για αγορές, το κέντρο ήταν μονόδρομος. Από τα τρόφιμα και τα υπόλοιπα προϊόντα καθημερινής χρήσης έως τα ρούχα, τις ηλεκτρονικές συσκευές, τα βιβλία κλπ., αν κάποιος έψαχνε κάτι, πήγαινε στο κέντρο. Η Βαρβάκειος Αγορά, η πρώτη και μεγαλύτερη αγορά της Αθήνας, ήταν φυσικά το σημείο αναφοράς για τα ψώνια του νοικοκυριού. Ταυτόχρονα, όλες οι υπηρεσίες ήταν εκεί δίπλα, οπότε όλες οι δουλειές γίνονταν και εκεί. Το χρηματιστήριο και τα διοικητικά δικαστήρια βρίσκονταν στη Σοφοκλέους, κοντά στην αγορά. Λίγο πιο κάτω, στην πλατεία Ομονοίας ήταν το Ειρηνοδικείο. Η οδός Αθηνάς γεμάτη από μαγαζιά με ρούχα και οικιακά είδη. Η οδός Αιόλου γεμάτη με λευκά είδη, σεντόνια, υφάσματα, μετάξια κι άλλα πολλά. Όλοι, λοιπόν, που πήγαιναν στο χρηματιστήριο για δουλειά ή ως μέτοχοι, όλοι οι δικαστικοί υπάλληλοι, οι δικηγόροι και οι συμμετέχοντες στη δίκη, όλοι όσοι ήθελαν να κάνουν τα ψώνια τους εκεί γύρω, είτε περνούσαν μπροστά από το Μαμ είτε από δίπλα. Λαμβάνοντας υπ’ όψιν πόσο πολύ βιάζονταν και πόσα λίγα μαγαζιά υπήρχαν, όπου θα μπορούσαν να φάνε κάτι γρήγορα, δεν μου κάνει εντύπωση που το Μαμ άνθισε τόσο και έγινε πασίγνωστο σε αυτές τις εποχές. Είτε περίμενες τις μετοχές να ανακοινωθούν, είτε τον αριθμό της δίκης σου να έρθει, είτε τους δικούς σου να τελειώσουν τα ψώνια τους, αν δεν είχες χρόνο να κάτσεις σε μια ταβέρνα, πεταγόσουν εδώ δίπλα, στο Μαμ, για μια από τις διάσημες τυρόπιτές του. Και ήξερες ότι θα μείνεις ικανοποιημένος.
Ίσως να φταίει και η πιασάρικη ονομασία του Μαμ για την επιτυχία του. Ωστόσο, σίγουρα φταίει πόσο νόστιμη είναι τυρόπιτά του. Τόσα χρόνια, έξω από αυτό το μικρό, γραφικό μαγαζί συνεχίζουν να είναι οι υπάλληλοί του χαμογελαστοί, έξω έξω, οριακά στο πεζοδρόμιο, δίπλα στον φούρνο με τις τυρόπιτες. Ζεστές ζεστές, πάνω στο λαδόχαρτο, ακριβώς όπως παλιά, παραμένουν πεντανόστιμες. Και σε καλές τιμές. Ειδικά οι μικρές είναι τσάμπα, βέβαια αν πεινάς πολύ μάλλον θες τη μεγάλη. Αλλά κι αυτή οικονομική είναι σε σχέση με τον μέσο φούρνο σήμερα. Και είναι σίγουρα παραδοσιακή, νοσταλγική, ζεστή ζεστή, φρέσκια και νόστιμη!
Συνοπτικά, το Μαμ είναι ένας εξαιρετικός φούρνος, που εδώ και πολλές δεκαετίες συνεχίζει να προσφέρει μια από τις καλύτερες τυρόπιτες της Αθήνας.