Στο Μάνγκαλ, δίπλα στην πλατεία των Εξαρχείων, μπορείς ν’ απολαύσεις πεντανόστιμα κουρδικά πιάτα σ’ έναν όμορφο χώρο, όπου συναντιούνται αρμονικά πολλοί πολιτισμοί.
Ακόμα και στο 2024, έθνος δε σημαίνει και κράτος. Οι Κούρδοι είναι ένα από αυτά τα έθνη, που, αν και έχει σαφή συλλογική ταυτότητα, δεν έχουν ούτε δικό τους κράτος, ούτε δική τους κυβέρνηση, ούτε ελευθερία. Έτσι, τόσοι και τόσοι γείτονές μας έχουν διασκορπιστεί σε όλο τον κόσμο. Πολλοί από αυτούς ήρθαν στην Ελλάδα για μια νέα αρχή. Ένας απ’ αυτούς είναι ο ιθύνων νους του Μάνγκαλ, ο σεφ Ισμαήλ. Πολιτικός πρόσφυγας απ’ την Κωνσταντινούπολη, κυνηγημένος για τις πολιτικές του πεποιθήσεις και για την ακτιβιστική του δράση απ’ την Τουρκία, αρνήθηκε τον μιλιταρισμό του στρατού, φυλακίστηκε, αλλά δεν τα παράτησε. Μετά από σαράντα κύματα, βρήκε επιτέλους ένα σπίτι στην Αθήνα κι άνοιξε το Μάνγκαλ.
Αυτό το εστιατόριο είναι κάτι παραπάνω από ένα μαγαζί. Είναι κοινότητα, γεμάτη από πολιτικά ενεργά άτομα, που υποστηρίζουν έμπρακτα την αλληλεγγύη και την επικοινωνία μεταξύ των διαφόρων λαών. Η ένωση φαγητών από πολλές χωρές υπενθυμίζει πως όλοι άνθρωποι είμαστε, όλοι ίδιοι είμαστε. Οι διαφορές μας είναι επιφανειακές και η ένωσή τους δημιουργεί κάτι πολύχρωμο, κάτι όμορφο. Έτσι, πέρα απ’ τους πολλούς πίνακες με ανατολίτικα τοπία και κουρδικά αντικείμενα, στη διακόσμηση του μαγαζιού ξεχωρίζει η ζωγραφιά στον τοίχο του εξωτερικού χώρου: μερικές ανατολίτισσες γυναίκες με τα μαντήλια τους χορεύουν σ’ έναν κύκλο γύρω από ένα δέντρο, για να του δώσουν κουράγιο ν’ ανθίσει. Αυτή η ζωγραφιά, όχι μόνο είναι βαθιά ανθρώπινη και συμβολική, αλλά ενισχύει το όμορφο και σπιτικό κλίμα, που έχει ο εξωτερικός χώρος του Μάνγκαλ πάνω στη Σολωμού.
Καθώς παρήγγελνα, προσπάθησα ειλικρινά να προφέρω όσο λιγότερο χάλια γίνεται τις κουρδικές λέξεις, για να μην προσβάλω τον σερβιτόρο. Εκείνος χαμογελαστός προσπάθησε να με βοηθήσει, αλλά δεν τα κατάφερα πολύ καλά. Όσο κι αν προσπαθούσα να προφέρω το πιντέ, το παραδοσιακό τουρκικό- κουρδικό ψωμί, έλεγα συνεχώς μπιντέ (αν πέρασε κανείς δίπλα παίζει να σκέφτηκε πως έλεγα στον άνθρωπο για την ανακαίνιση στο μπάνιο μου).
Με το που τελείωσα την παραγγελία, ο σερβιτόρος με ρώτησε τι να με κεράσει. Καθώς αναγνώρισε την έκπληξη και την αμηχανία στο βλέμμα μου, πρότεινε το χούμους. Όταν το έφερε, ρώτησα τι ξηρό καρπό είχε πάνω το φαγητό. Όταν είπα πως είμαι αλλεργικός, εκείνος αμέσως έφερε νέο πιάτο, όσο κι αν επέμεινα ότι δεν χρειαζόταν. Χαμογελαστός είπε: «Δεν πειράζει, θα το φάμε εμείς. Χάρη μας κάνεις!» Κι όχι μόνο αυτό. Αλλά, και το χούμους ήταν πεντανόστιμο! Η σος από λάδι και πολλά μπαχάρια έδινε στο πιάτο μια εντελώς νέα γεύση και του ταίριαζε γάντι: λες και το πιάτο φτιάχτηκε, για να σερβίρεται μόνο έτσι! Μάλιστα, το χούμους πήγαινε τέλεια με το ζεστό, καλοψημένο σιταρένιο ψωμάκι, που μας έφεραν. Η όξινη γεύση του, σε αντίθεση με τη συνηθισμένη γλυκιά γεύση του ψωμιού από μαγιά, ήταν ό,τι πρέπει για το πιάτο!
Γενικότερα, τα ψωμιά και οι ζύμες είναι μια απ’ τις σπεσιαλιτέ του μαγαζιού. Πρόκειται για τα Πιντέ/ μπιντέ, που έλεγα και πριν. Μοιάζουν με πεϊνιρλί και συνοδεύονται με πολλές επιλογές για τη γέμιση, με ή χωρίς κρέας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ζύμη είναι τραγανή, καλοψημένη και πεντανόστιμη! Στα κυρίως, πλουσιότατα ήταν και το Μποντρούμ Κεφτέ, δηλαδή κεφτέδες με σάλτσα ντομάτας, σος γιαουρτιού και τέλειες, κρατσανιστές τηγανιτές πατάτες με πάπρικα, αλλά και το Κεμπάμπ Γιαουρτλού (παρόμοιο πιάτο, απλώς με κεμπάμπ αντί για κεφτέ και πίτα αντί για πατάτα).
Μεγαλωμένος σε μια οικογένεια γεμάτη μάγειρες, ο Ισμαήλ έκανε τη μαγειρική τέχνη και επιστήμη. Μπορεί να έμαθε πολλές νέες κουζίνες και να εμπλούτισε τις ικανότητές του, αλλά όλα αυτά ήταν απλώς ένα χτίσιμο πάνω στα θεμέλια της παιδικής του σχέσης με το φαγητό. Γι’ αυτό άλλωστε τόσα και τόσα φαγητά στο Μάνγκαλ περιέχουν πλιγούρι, μια απ’ τις αγαπημένες τροφές της παιδικής του ηλικίας. Αν και η κουζίνα του μαγαζιού έχει βασιστεί στην τουρκική και την κουρδική, με πολλές επιρροές από την Μεσοποταμία και τη γενικότερη περιοχή της Μεσογείου, ο σεφ Ισμαήλ υποστηρίζει πως πρόκειται για ελληνική κουζίνα. Δεν ξέρω πώς ακριβώς θα την χαρακτήριζα, αλλά είναι σίγουρα η δική του κουζίνα, οι αυθεντικές επιλογές ενός πολυταξιδεμένου ανθρώπου, που ξέρει να εξερευνά τον κόσμο του φαγητού από μικρός!
Συνοπτικά, σίγουρα αξίζει να δοκιμάσεις το Μάνγκαλ. Θα απολαύσεις νέες γεύσεις, πεντανόστιμα φαγητά σε πολύ καλές τιμές- αφού το εστιατόριο προσπαθεί να είναι κάτι διαφορετικό, κάτι έξω απ’ το σύστημα. Οι άνθρωποι πίσω του εφαρμόζουν στην πράξη τις πολιτικές τους πεποιθήσεις έχοντας δημιουργήσει ένα μέρος, όπου όλοι, ακόμα και οι άνθρωποι με οικονομικά προβλήματα, είναι ευπρόσδεκτοι να απολαύσουν νόστιμο φαγητό.