«Χαμένη» κάπου στο Παγκράτι, βρήκα πιάτα νόστιμα, μαγειρεμένα με επιρροές ελληνικές, αλλά και κάποια με αέρα γαλλικό, που τα διακρίνει η σωστή τεχνική.
Στο Lost πηγαίνω από όταν το πρωτάνοιξε ο Βασίλης Στεφανάκης, με τον Γιώργο Τσούμα και τον Λαέρτη Λοϊζίδη το 2019, και δεν μπορώ να πω ότι ποτέ με απογοήτευσε. Πριν ένα χρόνο όμως, που την κουζίνα ανέλαβε η Ελένη Σαράντη, το εστιατόριο έκανε limit up – όπως θα λέγαμε σε καλές εποχές χρηματιστηρίου – και η κουζίνα πλέον είναι σε άλλο επίπεδο, υψηλότερο από αυτό που θα περίμενε κανείς από το all day ύφος του εστιατορίου.
Αλλά και στον χώρο έχουν γίνει αρκετές αλλαγές, ξεκινώντας από τη φωτεινή open kitchen, όπου μπορείς να παρακολουθήσεις την ετοιμασία των πιάτων από τη chef και την ομάδα της. Στη σάλα, εμφανή μπετά στις κολώνες, που δίνουν ένα χαλαρό βιομηχανικό ντιζαϊνάτο στυλ και κάποια από τα τραπέζια είναι μοναστηριακά για μεγάλες παρέες.
Παρέες με μέσο όρο ηλικίας 30-35, αλλά και μεγαλύτεροι, απολαμβάνουν το γεύμα τους συνοδεία κρασιού, από την πλούσια λίστα του εστιατορίου. Διαθέτει 5-6 ετικέτες σε ποτήρι.
Πιάτα της Ελένης Σαράντη, είχα δοκιμάσει πριν αρκετό καιρό στο Diego στο Θησείο και μου είχαν αφήσει πολύ καλές εντυπώσεις, αλλά φυσικά κινούνταν σε μια διαφορετική κουζίνα με επιρροές από Περού, Βιετνάμ & Ταϊλάνδη και πολλά spicy στοιχεία. Μια σεβιτσερία, που έκανε κρότο και έκλεισε τον κύκλο της. Η Ελένη Σαράντη έχει εμπειρία σε κουζίνες υψηλού επιπέδου και, μόλις στα 24 της χρόνια, ήταν sous-chef του Αλέν Παροντί. Η πορεία της σε Σπονδή, Hytra και στο Zillers, σε συνδυασμό με επιρροές από ταξίδια της σ’ όλον τον κόσμο, της έχουν ανοίξει τους ορίζοντες.
Το σημερινό μενού του Lost πατάει στη Μεσόγειο και κάποια πιάτα έχουν καθαρά ελληνικό χαρακτήρα, ενώ σου φέρνουν μνήμες από πιάτα σπιτικά μαγειρεμένα, πειραγμένα από το χέρι γνώστη της κουζίνας και των υλικών. Το προζυμένιο ψωμί από τον φούρνο του Ρίζου στο Κουκάκι, ολοκληρώνει το ψήσιμό του στο εστιατόριο και συνοδεύεται από αγελαδινό βούτυρο με πουρέ μήλου. Το μοσχαρίσιο tartare είναι πολύ καλό, αλλά θα μπορούσε να λείπει η hollandaise γιατί το βαραίνει και δεν του προσφέρει κάτι. Η τερίνα πατάτας που το συνοδεύει, του ταιριάζει. Από όσα δοκιμάσαμε, αυτά που ξεχώρισα είναι το χταπόδι στιφάδο με ρεβύθια και το φανταστικό κότσι φρικασέ που έλιωνε στο στόμα, συνοδεία σταρένιου τραχανά. Το coq au vin βαθιά νόστιμο, με τα μπαχαρικά του και ποικιλία μανιταριών, ήθελε δίπλα του λίγο άμυλο να το συνοδεύσει και να ολοκληρωθεί το πιάτο.
Μη χάσετε το φοβερό ρυζόγαλο με κάρδαμο και καμένη καραμέλα που είναι top!
Η λίστα κρασιών είναι σωστά κοστολογημένη, έχει μεγάλη ποικιλία τόσο από τον ελληνικό όσο και από το διεθνή αμπελώνα και αγαπά ιδιαίτερα τους «μικρούς» οινοποιούς.
Overall σχέση ποιότητας τιμής εξαιρετική και θα έλεγα, ένα εστιατόριο value for money κυριολεκτικά.