Ένα γιορτινό τραπέζι επιτρέπει τα πάντα. Ενίοτε και τις υπερβολές. Υπάρχουν όμως και όρια. Κάποια από αυτά έχουν σχέση με την τσέπη και κάποια άλλα με τις γνώσεις. Μερικά παραδείγματα από το χώρο της γεύσης θα σας πείσουν.
Κάποιες μοναδικές στιγμές της ζωής μας (γέννηση ενός παιδιού, ένα πτυχίο, ένα γαμήλιο τραπέζι, μια μεγάλη παραδοσιακή γιορτή όπως π.χ. η Πρωτοχρονιά), που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον καθένα από εμάς, δικαιολογούν κάποιες γευστικές ατασθαλίες και κάποια ασυνήθιστα για το budget του φαγητού έξοδα. Όλοι μας, λίγο-πολύ, το έχουμε ζήσει και έχουμε βάλει στο τραπέζι μας εξεζητημένες για τα καθημερινά μέτρα λιχουδιές, για να τιμήσουμε αυτό που γιορτάζουμε.
Όμως, η λίστα των διαθέσιμων διατροφικών προϊόντων στην αγορά έχει και ένα κεφάλαιο, το οποίο περιλαμβάνει outstanding διατροφικά αγαθά, τα περισσότερα από τα οποία έχουν τιμές απλησίαστες για τον καθημερινό άνθρωπο. Για αυτά θα μιλήσουμε σήμερα. Προφανώς, δεν θα μιλήσουμε για να σας προτείνουμε να τα αγοράσετε. Ούτως ή άλλως, πολλά από αυτά, αν και υπάρχουν στην αγορά, είναι δυσεύρετα και συχνά χρειάζονται ειδική παραγγελία και μάλιστα στο εξωτερικό. Υπάρχει όμως και ένας ακόμα λόγος αποτρεπτικός για την αγορά τους, αν υποθέσουμε ότι τα απαραίτητα για την απόκτησή τους χρήματα είναι διαθέσιμα. Ο λόγος αυτός συνίσταται στο γεγονός ότι, η λεπτότητα και η ιδιαιτερότητα των χαρακτηριστικών τα οποία, μαζί με τη σπανιότητα, διαμορφώνουν την υψηλή τιμή πώλησης, είναι κάτι το οποίο, για να γίνει αντιληπτό, απαιτεί εξαιρετικά εκπαιδευμένους ουρανίσκους και ειδικές γνώσεις. Αν δεν υπάρχουν αυτά, το μόνο που παραμένει σαν κίνητρο για τη δοκιμή τους είναι η ματαιοδοξία και η επίδειξη.
Μετά από όλα αυτά και παρόλα αυτά, ακόμα και για λόγους εγκυκλοπαιδικής ενημέρωσης ή γενικότερης πληροφόρησης, αξίζει τον κόπο να αναφερθούμε σε μερικά από αυτά. Σε γενικές γραμμές, αυτή η κατηγορία προϊόντων βρίσκεται κατά κύριο λόγο στον χώρο του κρασιού και των ευγενών αλκοολούχων. Στον χώρο των προϊόντων που αποκαλούμε deli, δύσκολα θα συναντήσουμε τόσο ακριβά προϊόντα και θα έλεγα μάλιστα ότι, αν εξαιρέσουμε το αυτοκρατορικό χαβιάρι, η τιμή του οποίου για τα 50 γραμ. σε ένα εστιατόριο μπορεί να κινείται ανάμεσα στις 2500 έως 4000 €, δύσκολα θα βρούμε κάποιο άλλο προϊόν του ίδιου χώρου που να πλησιάζει αυτές τις τιμές. Ας ξεκινήσουμε όμως.
Madeira (Terrandez) Vintage 1853
Τιμή: 3500-4000 €
Είναι προφανές ότι, ακόμα και σε ένα σουπερμάρκετ να πάτε, θα βρείτε εύκολα κάποια φιάλη που να γράφει στην ετικέτα της Madeira και να κοστίζει 10-15 € το μπουκάλι. Ψάχνοντας στο διαδίκτυο για τη χρονιά του 1853 από την ποικιλία Terrandez, ανακάλυψα ένα ή δύο μπουκάλια κάπου στις Ηνωμένες Πολιτείες και βρήκα κι άλλα δύο εσοδείας 1795 και 1798, αν θυμάμαι καλά για το δεύτερο. Ο λόγος για τον οποίο αποφάσισα να αναφερθώ σε αυτό το κρασί οφείλεται στο γεγονός ότι το έχω δοκιμάσει, ξέρω ακριβώς περί τίνος πρόκειται και ξέρω τι πρόκειται να αντιμετωπίσει γευστικά κάποιος που θα αποφασίσει να δώσει το σχετικό αντίτιμο για να το δοκιμάσει, με την προϋπόθεση πάντα ότι ισχύει η ρήση «δεν υπάρχουν καλά κρασιά, υπάρχουν μόνο καλές φιάλες». Πληροφοριακά, θα πω ότι αυτό το κρασί το δοκίμασα στις αρχές του 2000 ως καλεσμένος του Ινστιτούτου Οίνου της Μαδέρας, το οποίο με τίμησε οργανώνοντας για μένα μια γευστική δοκιμή που περιελάμβανε κρασιά από το 1853 μέχρι το 1995 (αν θυμάμαι καλά το νεότερο εξ αυτών). Πιστέψτε με ότι, δοκιμάζοντας αυτό το κρασί, έμεινα πραγματικά έκθαμβος. Για έναν άνθρωπο, ο οποίος θα το έβρισκε στο ποτήρι του και θα το δοκίμαζε χωρίς να ξέρει, θα μπορούσε να είναι ένα λευκό κρασί του τύπου Madeira ηλικίας 4-6 ετών το πολύ. Άψογο γευστικά και αρωματικά, αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα για το τι μπορεί να σημαίνει ένα μεγάλο κρασί.
Romanee Conti (Βουργουνδία / A.O.C Rom Conti / Αμπελουργική Ζώνη Cote de Nuits – Ποικιλία Pinot Noir)
Τιμή: 16.000 € (Δημοπρασία 11/2024 – Μη διασταυρωμένη τιμή)
Αν και σύγχρονο, το συγκεκριμένο κρασί είναι πραγματικά μυθικό. Και μόνο η σύγκριση με το προηγούμενο και η διαφορά τιμής (3000 € περίπου για το πρώτο – 170 ετών, πέντε φορές περίπου υψηλότερη για το δεύτερο – ηλικίας μόλις τριών ετών) κάτι λέει. Με μια βαριά ιστορία στην πλάτη του (αριθμεί πάνω από 250 χρόνια), θεωρείται σήμερα ως το κορυφαίο παγκοσμίως κρασί, και αυτό άλλωστε φαίνεται και στην τιμή του.
Ο αμπελώνας του κτήματος έχει μια έκταση μόλις 17-18 στρέμματα και η παραγωγή κινείται ανάμεσα στις 3000 και στις 6000 φιάλες το χρόνο. Αν και οι λεπτομέρειες έχουν μεγάλη σημασία για κάποιον ο οποίος επιθυμεί να καταλάβει ουσιαστικά τι μπορεί να είναι αυτό το κρασί με την τόσο υψηλή τιμή, δεν θα κουραστούμε εδώ με λεπτομέρειες. Άλλωστε, είναι πολύ εύκολο με μία αναζήτηση στο Google να μάθετε τα πάντα (από τον πρώτο ιδιοκτήτη μέχρι σήμερα), καθώς και τις διαδικασίες για την παραγωγή του, την αυστηρότητα που τις χαρακτηρίζει και η οποία οδηγεί τελικά στη διαμόρφωση της τελικής τιμής.
Και σε αυτή την περίπτωση είχα την ευκαιρία να δοκιμάσω τρεις φορές στη ζωή μου αυτό το μοναδικό “item of desire”. Θα αναφερθώ στη μία από αυτές, την τελευταία, η οποία ήταν μία συνολική δοκιμή με θέμα «Τα 30 κρασιά που πρέπει να έχει δοκιμάσει κάποιος πριν πεθάνει». Ένα από αυτά, το έκτο στη σειρά αν θυμάμαι καλά, ήταν το Romanee Conti. Με το που το έβαλα στο στόμα μου, ζήτησα από τους φίλους που συμμετείχαν στη δοκιμή να κάνουμε μία συζήτηση και να καταλήξουμε σε ένα συμπέρασμα για το «γιατί ένας καταναλωτής με αγάπη και γνώσεις σχετικές με το κρασί, όχι όμως ειδικός, θα το αγόραζε για να το δοκιμάσει». Το συμπέρασμα, μετά από μια συζήτηση που κράτησε περισσότερο από μισή ώρα, βγήκε αβίαστα: Ο μέσος (σχετικά ενημερωμένος) καταναλωτής δεν είναι σε θέση να αξιολογήσει το συγκεκριμένο κρασί και να βρει λογικό το αντίτιμο το οποίο ζητείται για μία φιάλη.
Και το Romanee Conti, όπως και η Madeira στην οποία προαναφέρθηκα, είναι κρασιά τα οποία απευθύνονται σε πραγματικούς γνώστες, δυσνόητα για έναν απλό φίλο του κρασιού, τα οποία δυστυχώς πολλές φορές βρίσκονται στα τραπέζια ανθρώπων, οι οποίοι απλά χαρακτηρίζονται από την τεράστια περιουσία τους και την ακόμα μεγαλύτερη ματαιοδοξία τους. Φαντάζομαι ότι από όσους διαβάσουν αυτό το κομμάτι, ελάχιστοι (μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού – και πάλι πολλούς λέω) θα βρεθούν κάποια στιγμή με ένα ποτήρι στο χέρι γεμάτο με Romanee Conti. Αν τα καταφέρουν και έχουν τις γνώσεις, να είναι βέβαιοι ότι θα δοκιμάσουν κάτι μοναδικό.
Όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το κομμάτι, είχα κατά νου να αναφερθώ σε 3-4 τουλάχιστον προϊόντα. Άλλωστε υπάρχουν πολύ περισσότερα και δε νομίζω ότι θα κουραζόμουν να επιλέξω. Σκέφτομαι όμως, μέρες που είναι, να σταματήσω εδώ, θεωρώντας ότι τα παραδείγματα που προηγήθηκαν επαρκούν και για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται και για να ονειρευτείτε, αν θέλετε. Προτιμώ λοιπόν να κλείσω το θέμα, αναφερόμενος σε δύο προϊόντα με υψηλό πρεστίζ επίσης, αλλά και με τιμές βατές για μια οικονομική ατασθαλία σε μια μέρα μεγάλης γιορτής. Αν βρίσκετε την ιδέα μου καλή, ας μου επιτραπεί να κάνω δύο (ενδιαφέρουσες εκτός πεπατημένης) προτάσεις.
Bellavista di Franciacorta (Franciacorta DOCG – Ποικιλίες: Chardonnay (85%), Pinot Nero, Pinot Branco)
Τιμή: 40-50 €
Η αμπελουργική ζώνη της Franciacorta βρίσκεται στη βόρεια Ιταλία, ανάμεσα στη λίμνη Ιζέο και στην πόλη Μπρέσια. Είναι γνωστή για το αφρώδες κρασί που παράγεται με βάση την παραδοσιακή μέθοδο της Καμπανίας και το οποίο έχει σαν βάση το Chardonnay, το Pinot Nero και το Pinot Bianco. Το αφρώδες κρασί της ζώνης είναι όχι μόνο διάσημο αλλά και εξαιρετικό. Όπως το λέει και η τιμή του, κινείται οικονομικά στο επίπεδο μίας κλασικής σαμπάνιας, ποιοτικά όμως είναι καλύτερο από αρκετές σαμπάνιες.
Η εκμετάλλευση ανήκει στην οικογένεια Μορέτι και το οινοποιείο στο Erbusco είναι επισκέψιμο και παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον. Σε ό,τι με αφορά, θεωρώ ότι η Bellavista Ροζέ είναι ένα κορυφαίο αφρώδες, το οποίο όμως δυστυχώς δύσκολα το βρίσκεις σε ένα ελληνικό εστιατόριο. Το βρίσκεις όμως σε αρκετές κάβες. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η τιμή του δεν είναι εξωφρενική, αξίζει τον κόπο να το βάλετε σε ένα από τα τραπέζια της Πρωτοχρονιάς ή σε κάποια άλλη περίπτωση που νομίζετε ότι αξίζει.
Chateau de Beaucastel rouge 2021
Chateauneuf du Pape AOC – Ποικιλίες: Counoise, Grenache, Mourvedre, Syrah
Τιμή: 150 €
Τους αδελφούς Perrin και το Chateau de Beaucastel είχα την τύχη να τους γνωρίσω. Είχαν έρθει μια φορά στην Ελλάδα πριν από πολλά χρόνια και αργότερα, κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού μου στην Αβινιόν, κατάφερα και ξέκλεψα λίγο χρόνο και επισκέφτηκα το οινοποιείο τους.
Οποιοσδήποτε είναι λίγο διαβασμένος για τη ζώνη του Chateauneuf du Pape ξέρει ότι το συγκεκριμένο οινοποιείο είναι ένα από τα κορυφαία οινοποιεία της ζώνης. Στην Ελλάδα, βέβαια, ο περισσότερος κόσμος, όταν μιλάει για γαλλικό κρασί, έχει στο μυαλό του το Μπορντό, το Μποζολέ και λίγο από Βουργουνδία. Παρ’ όλα αυτά όμως, πρόκειται για μια χαρισματική αμπελουργική ζώνη, και το κρασί παράγεται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων από ένα μεγάλο αριθμό ποικιλιών που, ανάλογα με το ποιες χρησιμοποιούνται και σε τι ποσοστό, προκύπτουν κρασιά με διαφορετικό χαρακτήρα και με ευγένεια, η οποία φυσικά εξαρτάται από την τεχνογνωσία και τις δεξιότητες του κάθε οινοποιείου.
Το Chateau de Beaucastel κατέχει μία κορυφαία θέση και αυτό το λέω μετά λόγου γνώσεως, δεδομένου ότι όχι μόνο έχω δοκιμάσει τα κύρια κρασιά του αλλά έχω κάνει και κάποιες κάθετες δοκιμές. Βέβαια, η τιμή του ξεπερνάει κατά πολύ τις τιμές των ελληνικών κρασιών, πλην όμως το ίδιο ισχύει και με τα ποιοτικά του χαρακτηριστικά. Όπως λέει ο σοφός λαός, «δεν είναι για χόρταση», αλλά σε μια ειδική περίπτωση και με την προϋπόθεση ότι οι συνδαιτυμόνες σας είναι άνθρωποι που καταλαβαίνουν και μπορούν να εκτιμήσουν ένα καλό κρασί, αξίζει τον κόπο να το προσφέρετε τόσο σε αυτούς όσο και στον εαυτό σας. Θα το βρείτε σχετικά εύκολα σε καλές κάβες.
Επιμύθιο: Είναι προφανές ότι ένα άρθρο δεν μπορεί να εξαντλήσει αυτά τα οποία συμβαίνουν στον μαγικό κόσμο του κρασιού, τον πλούτο που συναντάμε, την ποιότητα των γεύσεων και το επίπεδο της απόλαυσης που προσφέρουν. Αυτό το οποίο μπορώ να πω, και το απέδειξε άλλωστε η συζήτηση που έγινε κάποτε με ερέθισμα το Romanee Conti, είναι ότι δε χρειάζεται να ξοδευτεί μια περιουσία ή, σε κάθε περίπτωση, πολλά χρήματα για να αισθανθεί κάποιος την απόλαυση της ποιότητας πίνοντας ένα κρασί. Φυσικά, αν κάποιος έχει τις απαραίτητες γνώσεις και το ανάλογο χρήμα, αξίζει τον κόπο να δοκιμάσει, όπως ακριβώς το ίδιο γίνεται όταν μιλάμε για έναν μεγάλο σεφ. Εάν σας έπεισαν τα όσα διαβάσατε, αξίζει τον κόπο να βάλετε, χρονιάρες μέρες που είναι, ένα από τα δύο τελευταία κρασιά στο τραπέζι σας. Όχι μόνο θα τα απολαύσετε, αλλά θα καταλάβετε ακόμα καλύτερα και το περιεχόμενο αλλά και τη φιλοσοφία αυτού του άρθρου.