Στην καρδιά του Μιλάνου, λίγα βήματα από τη Σκάλα, γεννήθηκε το 1817 μια από τις πιο εμβληματικές παστιτσερίες της Ιταλίας: η Pasticceria Cova.
Ιδρυτής της ήταν ο Antonio Cova, πρώην στρατιώτης του Ναπολέοντα, ο οποίος ονειρεύτηκε να δημιουργήσει έναν χώρο, που θα συνδύαζε την εκλεπτυσμένη γεύση με την πολιτιστική ζύμωση της εποχής. Και τα κατάφερε. Μέσα σε λίγα χρόνια, η Cova έγινε σημείο συνάντησης καλλιτεχνών, διανοούμενων και πολιτικών – μια ζεστή, γεμάτη αρώματα φωλιά μέσα σε μια Ιταλία που άρχιζε να βρίσκει την ταυτότητά της.
Η Cova μεγάλωσε παράλληλα με την Ιταλία του 19ου αιώνα. Έζησε την επανάσταση του Risorgimento, φιλοξένησε ψιθύρους και ιδέες για εθνική ενότητα, είδε τον Βέρντι να παρακολουθεί την όπερά του στη Σκάλα και να περνά για έναν espresso και ένα cannolo μετά. Ο χώρος της δεν ήταν απλώς ένα ζαχαροπλαστείο· ήταν ένας καθρέφτης της κοινωνίας – ένας μικρόκοσμος, όπου οι εποχές άλλαζαν μέσα από φλιτζάνια καφέ και κομμάτια panettone.
Ακόμα και κατά τη διάρκεια των πολέμων, η Cova δεν έσβησε. Αντίθετα, έγινε σύμβολο αντίστασης, μνήμης και επιμονής. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ξαναγεννήθηκε στον αριθμό 8 της Via Montenapoleone, στο τότε αναδυόμενο fashion district του Μιλάνου, και ακολούθησε τον ρυθμό της μοντέρνας Ιταλίας με κομψότητα και πίστη στην παράδοση.
Με τα χρόνια, η Cova πέρασε τα σύνορα. Απέκτησε παρουσία στο Παρίσι, στη Σαγκάη, στο Τόκιο, στο Μονακό και, πιο πρόσφατα, στο Ντουμπάι. Η διεθνής επέκταση δεν έγινε με τη λογική του franchise αλλά με την αίσθηση της επιλεγμένης, σχεδόν τελετουργικής εμπειρίας. Κάθε κατάστημα είναι μια πύλη στην ιταλική φινέτσα – στο savoir vivre της γεύσης, της παράδοσης και της αισθητικής. Σήμερα, η Cova ανήκει στον οίκο LVMH, γεγονός που εξασφαλίζει την επιμέλεια, την παγκόσμια προβολή και την εμμονή στην ποιότητα.
Πριν λίγες μέρες επισκεφθήκαμε το ελληνικό κατάστημα του ιταλικού οίκου, το οποίο βρίσκεται από τον Δεκέμβριο του 2023 σε ένα από τα πιο exclusive spots της Αθηναϊκής Ριβιέρας, την Astir Marina. Όπως μας εξήγησε ο πολύ ικανός maitre Κωνσταντίνος Μπάρι, το ελληνικό Cova απολαμβάνει μια πρωτιά. Είναι το πρώτο outlet του ομίλου που διαθέτει και καθαρόαιμη dinner κατεύθυνση. Οι Ιταλοί, δείχνοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στις ικανότητες του Έλληνα διαχειριστή Τάσου Ιωαννίδη (partner του Nobu Matsuhisa σε όλα τα ευρωπαϊκά Matsuhisa), αποφάσισαν να τον αφήσουν να βάλει τη δική του πινελιά στο υπεραιωνόβιο brand, δημιουργώντας ένα μοναδικό γαστρονομικό case study.
Το εστιατόριο βρίσκεται σε προνομιακό σημείο, ανάμεσα σε καταστήματα γνωστών οίκων μόδας όπως, Gucci, Dior, LV κ.α. Από τον πρώτο όροφο, όπου βρίσκεται η σάλα, η θέα συνεπαίρνει, καθώς στο προσκήνιο βρίσκεται η μαρίνα με τα mega yachts και στο φόντο το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου. Το κοινό του εστιατορίου, με εμφανή επιρροή της fashionable προσέγγισης του ευρύτερου περιβάλλοντος, αποτελείται τόσο από εξωτερικούς επισκέπτες, όσο και από πελάτες του ξενοδοχείου. Φαντάζομαι κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, το κοινό θα εμπλουτίζεται και με τους επιβάτες των πολυτελών σκαφών που θα ελλιμενίζονται στη μαρίνα.
Στα της γεύσης, το μενού κινείται σε κλασικές ιταλικές νόρμες, κυρίως της κεντρικής και βόρειας Ιταλίας. O Chef de Cuisine Στέφανος Ανδρέου πατάει σε κλασικές συνταγές της γείτονος, με σεβασμό στη βάση της κάθε συνταγής, ένα σύμπαν καθαρόαιμο και γευστικό. Από τα πρώτα, ξεχωρίσαμε το Vitello Tonnato, με το όχι και τόσο λεπτοκομμένο μοσχάρι να συνομιλεί ευχάριστα με τη σάλτσα τόνου, η οποία δεν ήταν περισσότερο αλμυρή από όσο απαιτείται (όπως δυστυχώς συμβαίνει συχνά με αυτό το πιάτο). Ειδική αναφορά πρέπει να κάνουμε στην Focaccia που ήρθε στην κλασική της μορφή, αλλά και με χαρούπι, η οποία ήταν τραγανή εξωτερικά και αφράτη μέσα, όπως ακριβώς πρέπει. Το Risotto alla Milanese ήταν το highlight του γεύματος. Το ρύζι άψογα βρασμένο, με ωραία τραγανή καρδιά και ιδανικά αρωματισμένο με κρόκο Κοζάνης. Υπέροχα ψημένη η Σφυρίδα με σάλτσα λεμονοθύμαρο και baby λαχανικά, ζουμερή και νόστιμη. Τα γλυκά, τα οποία βρίσκονται στην καρδιά του dna της κατ’ ουσίαν pasticceria Cova, είναι αποτέλεσμα εμπειρίας και γνώσης 200 ετών κι αυτό είναι προφανέστατο. To Tiramisu με τη συνταγή του 1817 είναι αφράτο, ισορροπημένο σε γλυκύτητα και διακριτικό σε αρώματα. Το Coppa Cova σε ψηλό ποτήρι είναι το signature γλυκό του Cova με νόστιμη κρέμα και φρούτα του δάσους, ενώ το Copa Sacher cake, η εκδοχή του Βιεννέζικου Sachertorte διαθέτει σοκολάτα υψηλής ποιότητας, που καταφέρνει να ξυπνάει παιδικές αναμνήσεις.
Παρόλους τους δύο αιώνες ζωής και τις σαρωτικές αλλαγές που φέρνει ο χρόνος, η ψυχή της Pasticceria Cova παραμένει ίδια: μια κομψή βιτρίνα γεμάτη αυθεντικά ιταλικά γλυκά, ασημένιοι δίσκοι που σερβίρονται με ευγένεια και ένα φιλόξενο τραπέζι που περιμένει τους περαστικούς του κόσμου να καθίσουν και να θυμηθούν πως, ακόμα και στις πιο γρήγορες εποχές, υπάρχει χρόνος για μια στιγμή απόλαυσης.