Η φετινή μας επίσκεψη στο δημοφιλές resort της Δυτικής Μεσσηνίας απέδειξε ότι η ελληνική γαστρονομία είναι ένα πολύ δυνατό χαρτί – αρκεί να το παίξεις σωστά
Πέρυσι τέτοιες ημέρες, είχαμε γράψει για τα εστιατόρια του Costa Navarino, τα οποία είναι επιφορτισμένα με την γευστική ικανοποίηση ενός ποικιλόμορφου κοινού, που περιλαμβάνει ξένους επισκέπτες από όλα τα μήκη και τα πλάτη του κόσμου, καθώς και Έλληνες που συγκαταλέγονται στον τουρισμό υψηλών απαιτήσεων. Αυτό που είχαμε διακρίνει τότε, ήταν η προσπάθεια αποφυγής της ξενοδοχειακής λογικής που θέλει τα εστιατόρια να επαναλαμβάνουν κλισέ, προσπαθώντας να φέρουν στον επισκέπτη εύκολες επιλογές που θα τον κάνουν να μην προβληματιστεί, δηλαδή θα ευνουχίσουν κάθε πιθανότητα αποκομιδής αξιομνημόνευτων γευστικών εμπειριών. Αυτό από μόνο του είναι αρκετό για να μετατρέψει ένα ξενοδοχείο σε γαστρονομικό προορισμό, και έτσι το Costa Navarino διακρίθηκε δίκαια ως κορυφαίος γαστρονομικός προορισμός κατά τα Flag Awards 2025 – Modern Cuisine.
Τι όμως μπορεί να έχει αλλάξει φέτος, που να αναβαθμίζει ακόμη περισσότερο την εμπειρία του πελάτη και να οδηγεί στις γαστρονομικές εμπειρίες υψηλού επιπέδου που διαπιστώσαμε; Φυσικά, η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη, καθώς είναι αρκετοί οι παράγοντες που παίζουν κρίσιμο ρόλο σε μια τέτοια εξέλιξη. Δύο είναι οι λέξεις κλειδιά που ξεχωρίζουμε εμείς και που συνοψίζουν τη θεωρία πίσω από την πράξη. Η μία είναι η Φιλοσοφία και η άλλη το Όραμα. Αυτές οι δύο λέξεις δεν είναι απαραίτητο να τοποθετούνται με κάποια ιδιαίτερη χρονική σειρά, όμως πρέπει να συνεργάζονται, να δένουν άρρηκτα, καθώς θα ορίσουν τη στρατηγική προς το αποτέλεσμα που επιδιώκουμε.
Εδώ, το Όραμα είναι μεγαλεπήβολο. Είναι ξεκάθαρο από τη σύλληψη και τη δημιουργία αυτής της κολοσσιαίας τουριστικής επένδυσης, ότι μόνο το καλύτερο είναι αποδεκτό. Στην καρδιά αυτού του mantra βρίσκεται η ικανοποίηση του πελάτη, αλλά και η αναβάθμισή του κατά την παραμονή του. Αυτή η αναβάθμιση συνοψίζεται στο να φύγει από το Costa Navarino πιο ευχαριστημένος, πιο ξεκούραστος σωματικά και ψυχικά, πιο γεμάτος με εμπειρίες, και γιατί όχι, πιο σοφός. Οι γαστρονομικές προτάσεις εντάσσονται έκδηλα στο πλαίσιο αυτού του κεντρικού οράματος, αφού συμβάλλουν τα μέγιστα στους παραπάνω στόχους.
Η Φιλοσοφία πάλι, είναι κι αυτή ξεκάθαρη. Πέρυσι μας την είχε περιγράψει ο πολύπειρος Culinary Director του ομίλου Joris Larigaldie. Ας θυμηθούμε τι είχαμε γράψει τότε: “Ο Joris Larigaldie, σε μια σύντομη κουβέντα που είχαμε, μου εξήγησε ότι από την αρχή της ελληνικής του «περιπέτειας», άρχισε να γνωρίζει τον πραγματικό γαστρονομικό πλούτο της χώρας, αυτόν που βρίσκεται κρυμμένος πολύ βαθιά, κάτω από τον μουσακά, το σουβλάκι και το τζατζίκι. Εντυπωσιασμένος από όσα έχει συναντήσει στην έως τώρα αναζήτησή του στο ελληνικό γευστικό σύμπαν, έχει βαλθεί να εντάξει τον πραγματικό θησαυρό της χώρας στα μενού των εστιατορίων του Costa Navarino, είτε σαν πρώτες ύλες, είτε σαν ολοκληρωμένες συνταγές. Αυτό το στοίχημα, έχει σαν στόχο να μετατρέψει τους ξένους πελάτες των εστιατορίων σε κοινωνούς της γνήσιας παράδοσης του τόπου στον οποίο βρίσκονται. Και από όσα δοκιμάσαμε, ο Larigaldie φαίνεται να το κερδίζει.” Η Φιλοσοφία λοιπόν, αλλά και το προσωπικό όραμά του, έχουν στο επίκεντρο την ελληνική γαστρονομική παράδοση, χαρίζοντας στην εντοπιότητα τον πρώτο ρόλο σε αυτή τη νέα στρατηγική.
Το σχέδιο του Larigaldie έχει τεθεί σε εφαρμογή και βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, με συμμάχους δύο από τους σημαντικότερους chefs της χώρας, αλλά και ορισμένους παλιούς γνώριμους του ομίλου. Ο Νίκος Μπίλης, ο οποίος απέκτησε εμπειρίες και διακρίσεις δίπλα στον Έκτορα Μποτρίνι, δίνει το δικό του ρεσιτάλ στο εστιατόριο Parelia του W Costa Navarino. Η κουζίνα του Parelia αποτελεί τη βιτρίνα της φιλοσοφίας και του οράματος αυτού. Εκεί ο chef ξεδιπλώνει το ταλέντο του με έναν τρόπο που δεν τον είχαμε συνηθίσει, εξερευνώντας τοπικές πρώτες ύλες και πετυχαίνοντας υψηλό γευστικό αποτέλεσμα μέσα από πιάτα έμπλεα γνήσιας ελληνικότητας. Ο μισελενάτος chef Αλέξανδρος Τσιοτίνης από την άλλη, έχει δημιουργήσει στο εστιατόριο Parafrasi by CTC στο Navarino Dunes, μια κουζίνα που εισάγει τον ξένο στη φιλοσοφία του μεζέ, εδώ ασφαλώς σε refined μορφή, και της τοπικής συνήθειας να μοιραζόμαστε τα πιάτα του τραπεζιού με τους συνδαιτυμόνες μας.
Οι δύο μάγειρες με τις αποδεδειγμένες υψηλές δυνατότητες, αποτελούν τα δυνατά χαρτιά του Larigaldie στην υλοποίηση των στόχων του. Το κρυφό χαρτί όμως είναι ο τόπος και η τοπική παραγωγή. Από τα ψάρια του Ιονίου, το κρέας από τοπικές φάρμες και τα κορυφαία λαχανικά που επιλέγουν οι chefs, ως τις συνταγές και την παράδοση που ξεσηκώνουν από τις πιο αρχέγονες πηγές, η Μεσσηνία, η Πελοπόννησος και εν τέλει η Ελλάδα, αποτελούν το σημαντικότερο πλεονέκτημα.
Αυτό που συμβαίνει γαστρονομικά στο Costa Navarino είναι η πειραματική υλοποίηση αυτού που θα έπρεπε να είναι ένα υποθετικό, αλλά ιδανικό “Εθνικό Σχέδιο για την Γαστρονομία”. Όπως έγραψα και στην πρόσφατη παρουσίαση του εστιατορίου Parelia του chef Νίκου Μπίλη, εδώ δε μαγειρεύεται απλά φαγητό, αλλά αποδεικνύεται περίτρανα ότι η ελληνική κουζίνα έχει βάθος και μπορεί να είναι αξιομνημόνευτη.
Αναμένουμε με ενδιαφέρον την εξέλιξη αυτής της τόσο επιτυχημένης πορείας και ακολουθεί επόμενο άρθρο στο οποίο ο Joris Larigaldie μας κάνει κοινωνούς στο όραμά του για τη γαστρονομική εξέλιξη του resort.