Το ΑΚΡΑ είναι ένα δημιούργημα της φιλοσοφίας των ιδεολογιών και των αντιλήψεων της σημερινής εποχής. Αυτό ίσως δεν είναι κακό. Να δούμε όμως τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Ο δρόμος είναι κατηφορικός
Από την εποχή που το ίντερνετ (ή η Google αν θέλετε) είναι στην υπηρεσία της ανθρωπότητας, με διιστάμενες απόψεις του για το ποια είναι η προσφορά του, έχω μία συνήθεια: πριν επισκεφτώ ένα χώρο φαγητού (εστιατόριο, ταβέρνα κλπ) κάνω μία έρευνα και «γκουγκλάρω» – όπως συνηθίζεται να λέμε – με ζητούμενο την ενημέρωση μου από την άποψη των άλλων για την επιχείρηση, αλλά και για να αντλήσω πληροφορίες ως προς το τί ενδεχομένως πρέπει να προσέξω κατά τη διάρκεια της επίσκεψης μου.
Αυτό ακριβώς έκανα και όταν αποφάσισα να αφιερώσω μία έξοδο μου στο ΆΚΡΑ. Προφανώς, όσοι παρακολουθούν τα δρώμενα στο χώρο της εστίασης, το γνωρίζουν. Για τους υπόλοιπους, να πω επιγραμματικά ότι τo ΆΚΡΑ είναι προϊόν μίτωσης, το «duplicate» αν θέλετε, του γνωστού – για τους απασχολούμενους – ΜΟΥΡΓΑ της Θεσσαλονίκης.
Εμπνευστής της φιλοσοφίας και των δύο είναι ο Γιάννης Λουκάκης, οι ιδέες του οποίου γαργαλιστικές και ενδιαφέρουσες – κυρίως για τους κάτω των -άντα του 21ου αιώνα – ευδοκίμησαν καταρχήν στην Θεσσαλονίκη, και όπως ήταν αναμενόμενο κίνησαν το ενδιαφέρον των επαϊόντων του χώρου με αποτέλεσμα επισκέψεις, άρθρα, διατύπωση απόψεων, κλπ.

Αυτό που μου έκανε εντύπωση, κατά τη διάρκεια της έρευνας μου, είναι το γεγονός ότι η είσοδος του ΆΚΡΑ στην αγορά της εστίασης συνοδεύτηκε (το 2023) από άφθονη αρθρογραφία και έκτοτε σιωπή. Ψάχνοντας, δεν βρήκα καμία αναφορά και καμιά παρουσίαση, εκτός αν μου διέφυγε κάτι, με χρονολογία ανάρτησης 2024 ή 2025. Αυτό για ένα χώρο φαγητού, που οι περισσότεροι από όσους τον ξέρουν τον ζωγραφίζουν με φανταχτερά, κολακευτικά χρώματα, μου φάνηκε μάλλον περίεργο. Αρκετά όμως με τη φλυαρία. Καλό είναι να περάσουμε και στο θέμα.
Το ΆΚΡΑ λοιπόν, στην πλατεία Προσκόπων στο Παγκράτι, αν ρωτούσε κάποιος τη γνώμη μου θα έλεγα ότι είναι κατά κύριο λόγο η εξέλιξη της παλιάς ταβέρνας. Χαρακτηρίζεται από ένα περιβάλλον που για λόγους ευκολίας μπορείς να το αποκαλέσεις βιομηχανικό (προφανώς δεν είναι) και με εντυπωσιακά στοιχεία ιδεολογικά και άλλα τα οποία λέγονται με ευκολία, χωρίς πολλές φορές να υπηρετούν αληθώς την πρόταση που κάνουν.

Κάνοντας χρήση του νέου φετίχ (art. int.) οι πληροφορίες που πήρα συνοψίζονται στα εξής:
- Αν το δούμε σαν προορισμό βραδινής εξόδου, θα πρέπει να το δούμε από μια γαστρονομική σκοπιά που δεν έχει σχέση με το casual φαστ φουντ και φυσικά σε συνδυασμό με το αντίτιμο, δεν έχει καμία σχέση με το concept «δύο χάμπουργκερ, μία σαλάτα και δύο αναψυκτικά».
- Ευαγγέλιο του είναι η επιλογή καλών πρώτων υλών, η σωστή διαχείριση τους (πετάμε όσο γίνεται λιγότερα) και τέλος, η χρήση της φωτιάς του μεγάλου συντρόφου των ανθρώπων για την παρασκευή φαγητού. Το ηλεκτρικό ρεύμα και το γκάζι ήρθαν αργότερα.
Ας πάμε τώρα και στη δική μου την άποψη.
Το ΆΚΡΑ είναι ένας απλός χώρος, σχετικά γυμνός, με κεντρικό διακοσμητικό τη φωτιά που είναι κύριο στοιχείο στην πρόταση που κάνει, καθώς και κάποια άλλα στοιχεία που παραπέμπουν σε ένα κομμάτι ανοιχτής κουζίνας. Το καθιστικό είναι απλό. Τα τραπέζια είναι μικρά και άβολα – ειδικά αν θέλεις να βάλεις αρκετά πιάτα πάνω – και το κοινό είναι αναμενόμενο για ένα μαγαζί αυτής της φιλοσοφίας. Οι νεαρές ηλικίες κυριαρχούν, όπως και η μεσαία αστική τάξη με μικρές αποκλίσεις. Το σύνολο συμπληρώνει ένα σέρβις το οποίο υποστηρίζεται από νέα παιδιά, ευγενικά, πρόθυμα και καλοβαλμένα.

Σε επίπεδο γεύσης η ανάγνωση του μενού κινεί το ενδιαφέρον. Ορισμένες προτάσεις, όπως παραδείγματος χάριν, το ταπεινό μπρόκολο και ο μπακαλιάρος είναι νόστιμα και καλοφτιαγμένα, με βάση το είδος του χώρου. Αντίθετα, το ταρτάρ μπακαλιάρου με ένα απολύτως ουδέτερο ψάρι – και σε γεύση και σε υφή – δεν βρίσκει τον στόχο. Το ίδιο συμβαίνει και με τα μακαρόνια με το κατσίκι. Δοκίμασα ακόμη δύο πιάτα, αλλά η παρουσίαση τους δεν θα προσθέσει κάτι το ιδιαίτερο. Άλλωστε αυτά τα έξι πιάτα αντιπροσωπεύουν το 40/ 100 του μενού που προτείνει το ΆΚΡΑ.
Τέλος σε ό,τι αφορά τα επιδόρπια θα πω απλά ότι αποτελούν τη μύγα μέσα στο γάλα. Απόλυτα κατανοητά, τεχνικά πολύ καλά και νόστιμα, γιατί αυτό είναι το κυρίως ζητούμενο στο χώρο της γεύσης. Είμαι ευτυχής που είχα την ευκαιρία να τα δοκιμάσω αλλά πιθανόν δεν ταιριάζουν με το χώρο.

Σε ό,τι αφορά το τελικό συμπέρασμα θα πω το εξής: Το ΑΚΡΑ είναι ένα δημιούργημα των αντιλήψεων του σήμερα. Κάνει μια πρόταση με δύο επίπεδα. Το πρώτο είναι η εκφώνηση, η οποία όντως κινεί την περιέργεια και δημιουργεί προσμονή. Το δεύτερο είναι η διαχείριση της πρώτης ύλης για την οποία δεν επαρκούν μόνο η πρωτογενής ποιότητα και η αποφυγή της σπατάλης. Χρειάζεται και σοβαρή τεχνική μαγειρική επάρκεια για να δικαιωθεί η προσμονή.

Για τη γενιά του χάμπουργκερ, του σουβλακιού και των έτοιμων γευμάτων, είναι προφανές ότι η πρόταση είναι ελκυστική. Πέραν τούτου όμως, αυτό αποδεικνύεται και από την πληθώρα των δημοσιευμάτων την εποχή του opening καθώς και από την – σχεδόν – απόλυτη σιωπή στη συνέχεια πως κάτι δεν πάει καλά. Αυτό είναι αποτέλεσμα των προαναφερόμενων και είναι σαφώς δύσκολα αναγνωρίσιμο και αρνητικό για τους έχοντες γνώση του χώρου των γεύσεων.
Το ΆΚΡΑ έχει το δικό του κοινό και ελπίζουμε αυτό να συνεχιστεί και στο μέλλον. Παρά το γεγονός ότι δεν είναι φιλικό προς το πορτοφόλι του μέσου εργαζόμενου, αποτελεί ένα είδος εμπειρίας για τους σκεπτόμενους και για όσους παρακολουθούν από κοντά τα δρώμενα του χώρου της εστίασης.