Η κυρία διαπίστωση από την πρόσφατη επίσκεψη στους Oρίζοντες είναι ότι γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια σε επίπεδο γεύσης που, αν συνεχιστεί, θα δώσει στον χώρο το γόητρο που του πρέπει, όντας στην κορυφή ενός από τα πιο διάσημα ξενοδοχεία της πόλης.
Αν μιλήσουμε για εμβληματικά ξενοδοχεία στη Θεσσαλονίκη, το μυαλό μας θα πάει κατευθείαν σε δυο ονόματα: στο Electra Palace Hotel και στο Makedonia Palace. Ενώ και τα δυο είναι ξενοδοχεία γοήτρου, έχουν και αρκετές διάφορες μεταξύ τους. Μια από αυτές είναι και ο τρόπος με τον οποίο κάθε ένα αντιμετωπίζει τον κύριο χώρο εστίασης, που συνήθως είναι ένα εστιατόριο a la carte με σοβαρό prestige, το οποίο συμβάλλει με την ύπαρξή του στο να κάνει το ξενοδοχείο πιο επώνυμο και να προσελκύει πέρα των πελατών του και εξωτερικούς επισκέπτες.
Αναφερόμενοι στο Electra Palace μπορούμε να σημειώσουμε τα εξής: Το ξενοδοχείο έχει μια εμβληματική θέση στην πλατεία Αριστοτέλους με θέα το εξαιρετικό αρχιτεκτονικό περιβάλλον, αυτό που συμβαίνει στην πλατεία, αλλά και στα νερά του Θερμαϊκού που βρίσκεται ακριβώς απέναντι. Λογικά, λαμβάνοντας υπόψην το κύρος της εταιρείας και το γόητρο του ξενοδοχείου, θα έπρεπε το κύριο εστιατόριό του, οι Ορίζοντες, που βρίσκεται στον τελευταίο όροφο, σε ένα μοναδικό περιβάλλον απόλυτα ελκυστικό για τον επισκέπτη, να είναι σήμερα place to be και να κάνει μια γευστική πρόταση ανάλογη με το επίπεδο και την ιστορία του ξενοδοχείου. Στην πράξη αυτό μέχρι πρότινος δεν συνέβαινε. Έχοντας κάνει αρκετές συζητήσεις με υψηλόβαθμα στελέχη και έχοντας επισκεφθεί πριν από αρκετά χρόνια τον χώρο, είχα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, παρά τα εξαιρετικά προτερήματα του, γαστρονομικά δεν μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι ήταν άξιο παρακολούθησης .
Τον τελευταίο καιρό, λόγω και της σοβαρής πρωτοβουλίας μας για την ανάδειξη της Θεσσαλονίκης ως πρωτεύουσα της ποιοτικής κουζίνας για τη χώρα μας, είχα αρχίσει να σκέπτομαι σοβαρά ότι το Electra Palace δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από αυτό το εγχείρημα και είχα αποφασίσει ότι έπρεπε να γίνει μια κίνηση, έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν υπάρχουν αλλαγές στο γευστικό πεδίο και αν μπορεί, ειδικά το εστιατόριό του, οι Ορίζοντες, να ενταχθεί σαν πρόταση στο γευστικό χάρτη της πόλης. Αυτό έγινε πριν από μερικές ημέρες.
Η πρώτη και κυρία αλλαγή για την οποία ενημερώθηκα μόλις κάθισα στο τραπέζι μου ήταν το όνομα του Γιώργου Βαγιωνά, επικεφαλής σεφ του εστιατορίου, τον οποίο είχα γνωρίσει παλιότερα στο Sani Resort, είχα δοκιμάσει τα πιάτα που πρότεινε στο εστιατόριο που ήταν υπό την εποπτεία του και μου είχαν αφήσει καλές εντυπώσεις. Αλλά ας μην ξεκινήσουμε από το φαγητό. Καταρχάς, οι Ορίζοντες στον έβδομο όροφο του ξενοδοχείου είναι στην κυριολεξία place to be. Η θέα του περιβάλλοντος χώρου είναι μια σύνθεση της ζωντανά ανθρωποκεντρικής πλατείας Αριστοτέλους, ενός εξαιρετικού αρχιτεκτονικού περιβάλλοντος, το οποίο δύσκολα βρίσκεις στην Αθήνα, και της θάλασσας στο βάθος με ό,τι προσφέρει σαν θέαμα. Το εσωτερικό του εστιατορίου χαρακτηρίζεται κατά κύριο λόγο από κλασσικά στοιχεία σε ένα σύνολο το οποίο καταλήγει σε μια αριστοκρατική αύρα, κάτι το οποίο έχει αρχίσει να σπανίζει στους καιρούς που ζούμε. Προφανώς, το κοινό που συχνάζει στον χώρο ανήκει σε δυο κατηγορίες: η πρώτη αναφέρεται στους πελάτες του ξενοδοχείου, κυρίως αστικής προέλευσης, η δεύτερη έχει να κάνει με τους εξωτερικούς επισκέπτες (το βράδυ της επίσκεψης μου δεν ήταν πολλοί), προς την κατεύθυνση των οποίων, και κυρίως των κατοίκων της πόλης, πρέπει να γίνουν κάποιες κινήσεις ώστε το εστιατόριο να ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η ροή του κειμένου και ειδικά τα αναφερόμενα στην τελευταία παράγραφο οδηγούν αναπόφευκτα στη γευστική πρόταση. Το μενού του εστιατορίου κινείται στο πεδίο της σύγχρονης κουζίνας, η οποία, χωρίς να μπορεί να χαρακτηριστεί ελληνική, χάρη σε ορισμένα πιάτα δεν απεμπολεί την ελληνικότητά της. Ο σεφ ελέγχει απόλυτα τη λειτουργία της κουζίνας και έχει τις απαραίτητες ιδέες και γνώσεις για να δώσει ένα καλό αποτέλεσμα, το οποίο, κατά τη γνώμη μου, δείχνει ότι έχει και τα απαραίτητα προσόντα ώστε, αν υπάρχει η βούληση, να καθιερωθούν οι Ορίζοντες σαν ένα εστιατόριο που πρέπει να υπάρχει στην ατζέντα εξόδου κάθε κατοίκου αυτής της πόλης ή κάθε επισκέπτη. Αναφερόμενος πιο συγκεκριμένα στο περιεχόμενο του καταλόγου θα πω ότι οι προτάσεις που κάνει είναι απολύτως επαρκείς με περίπου 10 πρώτα και 6-7 κύρια. Από αυτά που δοκίμασα βρήκα πολύ ενδιαφέροντες τους μαρουλοντολμάδες με ταρτάρ καραβίδας, με την καραβίδα εσωτερικά ψημένη τόσο-όσο και το τραγανό περίβλημα ελκυστικό στο να το βλέπεις και ευχάριστα τραγανό στο στόμα. Αντίστοιχα καλό βρήκα και το γιουβέτσι με σφυρίδα, παρά το γεγονός ότι τα δυο βασικά συστατικά του «μαγειρεύονται» ξεχωριστά. Το κριθαράκι είναι πολύ καλό και η σφυρίδα, εξαιρετικά σωστά ψημένη, χαρίζει μια δροσιά στο πιάτο και κάνει το σύνολο πολύ νόστιμο. Απόλυτα θετική ήταν και η εικόνα του αρνιού με πουρέ αρακά. Κύριο θετικό στοιχείο του πιάτου ήταν το ψήσιμο του αρνιού.
Ήταν αναμενόμενο ότι το επίπεδο του ξενοδοχείου θα είχε μέσα στους κανόνες λειτουργίας του εστιατορίου το πολύ καλό, φιλικό και επαγγελματικό σέρβις, κάτι το οποίο ισχύει. Παρά το γεγονός ότι δεν ξεψάχνισα την wine list για να έχω και σε αυτό το σημείο μια υπεύθυνη άποψη, μπορώ να πω ότι σε σχέση με την προηγούμενη προ αρκετών χρόνων επίσκεψη μου οι Ορίζοντες σήμερα είναι ένα εστιατόριο το οποίο, έχοντας προσθέσει δίπλα στα άλλα του πλεονεκτήματα και μια ενδιαφέρουσα, ευχάριστη και εξελίξιμη κουζίνα, είναι πλέον μια εξαιρετική επιλογή για μια βραδινή έξοδο. Κερασάκι στην τούρτα, εκτός όλων των άλλων, οτι οι Ορίζοντες προτείνουν και πολύ καλά κοκτέιλς.