Ο «Μαυρίκος» στην Λίνδο, είναι μια ταβέρνα που – από το 1912 που πρωτολειτούργησε – ξεχωρίζει για την γαστρονομική της άποψη! Κι αυτή είναι η ανάδειξη της τοπικής κουζίνας της Ρόδου
Από τις λίγες ταβέρνες που έχουν λάβει τόσες δοξαστικές κριτικές, στα χρόνια λειτουργίας της, από τον διεθνή τύπο και περιοδικά όπως οι New York Times, το Esquire και πολλά άλλα.
Από τα τραπέζια του Μαυρίκου έχουν περάσει προσωπικότητες της πολιτικής και άνθρωποι του επιχειρηματικού κόσμου, αλλά και διάσημοι ηθοποιοί. Φωτογραφίες τους, κοσμούν τους τοίχους της αυλής και ανάμεσά τους θα δείτε τον Ωνάση, τον Νιάρχο, τον Γουλανδρή, αλλά και τον Γιουλ Μπρίνερ, τον Άντονι Κουίν, τον Γκρέγκορι Πεκ και πολλούς ακόμη. Αλλά και άνθρωποι της καθημερινότητάς μας, λάτρεις του καλού φαγητού, δεν υπάρχει περίπτωση να έχουν περάσει από το νησί της Ρόδου και να μην έχουν δοκιμάσει την κουζίνα του Μαυρίκου.
Η ιστορία του Μαυρίκου ξεκινά το 1912, όταν ο παππούς των σημερινών ιδιοκτητών, ανοίγει την περίοδο της Ιταλοκρατίας την ταβέρνα, έχοντας ως εφόδια τις γνώσεις που είχε αποκτήσει στην Μασσαλία, αφού δούλευε στο διάσημο – εκείνη την εποχή – Albergo Ristorante Italiano. Πρωτοπόρος για την εποχή του, εισήγαγε γεύσεις πρωτόγνωρες στην Ελλάδα. Το πρώτο εστιατόριο που ξεκίνησε ο παππούς Μαυρίκος, ήταν σε ένα άλλο σημείο της Λίνδου, λίγο πιο πάνω από το σημερινό και το 1933 μεταφέρθηκε στην σημερινή του θέση και το δουλεύει η τρίτη γενιά πλέον, οι εγγονοί, Δημήτρης και Μιχάλης Μαυρίκος. Οι σύγχρονοι «Μαυρίκοι» ανέλαβαν την επιχείρηση γύρω στο 1980 και συνεχίζουν την παράδοση.
Κατακαλόκαιρο, οδηγώ 55 χλμ από την πόλη της Ρόδου ως τον παραδοσιακό οικισμό της Λίνδου και στην τελευταία στροφή του κατηφορικού δρόμου, «πέφτω» πάνω στην πολύβουη πλατεία με τα ταξί και τα τουριστικά λεωφορεία. Ο υδράργυρος χτυπάει κόκκινο αυτό το Αυγουστιάτικο μεσημέρι και αφού παρκάρω με δυσκολία, λόγω της μεγάλης κίνησης στην περιοχή, το βλέμμα μου πέφτει στην επιγραφή «Mavrikos-since 1933».
Περνάω την αψιδωτή είσοδο με τα σταυροθόλια αραβικής επιρροής και μπαίνω στο χώρο της ταβέρνας, μια αυλή στρωμένη με βότσαλο και τις χαρακτηριστικές ροδίτικες αψίδες, που καλύπτεται από κληματαριές και μουριές, οι οποίες αποτελούν ένα φυσικό σκίαστρο. Τα τραπέζια στρωμένα με λευκά τραπεζομάντηλα και οι καρέκλες είναι πτυσσόμενες-κήπου. Οι φωτογραφίες και τα άρθρα των περιοδικών, καδραρισμένα στους τοίχους, μαρτυρούν την ιστορία του Μαυρίκου.
Η υποδοχή φιλόξενη από τον Μιχάλη Μαυρίκο (με σπουδές οικονομολόγου στο London School of Economics), ο οποίος ήταν στην κουζίνα στις ετοιμασίες για μια γεμάτη μέρα που θα ακολουθούσε. Για τα όσα δοκίμασα, την ευθύνη έχει ο Δημήτρης Μαυρίκος, με σπουδές ξενοδοχειακές. Η μαγειρική του στηρίζεται στη φρέσκια πρώτη ύλη από το νησί (φρούτα και λαχανικά) και στην εποχικότητα.
Η καταγωγή και οι καταβολές του, του δίνουν τη δυνατότητα να παρουσιάζει μια ιδιόμορφη εκδοχή της Ροδίτικης παραδοσιακής κουζίνας με κάποιες ιταλικές πινελιές, αφού η επιρροή του παππού είναι εμφανής, ακόμη και τόσα χρόνια μετά. Αυτό, όχι μόνο δεν αλλοιώνει την ταυτότητα των παραδοσιακών συνταγών του νησιού, αλλά αντίθετα γίνεται ο τροχός για την διατήρησή τους στο πέρασμα των χρόνων και την συνέχεια τους από γενιά σε γενιά.
Μια ζουμερή τομάτα ξεφλουδισμένη συνδυάζεται με τουλουμοτύρι και το ελαιόλαδο που τη συνοδεύει είναι το extra παρθένο ελαιόλαδο από τον Ελαιώνα Σεφερλή στην Σπάρτη.
Το φινόκιο μελώνει στο φούρνο με γλυκό κρασί, τομάτα και μπαχαρικά.
Ένας ετερόκλητος συνδυασμός υλικών, που ο μάγειρας κατάφερε να τα δέσει και να δώσουν ένα νόστιμο πιάτο, ήταν αυτός με καλαμάρι με σαφράν, πουρέ παντζάρι και περγαμόντο.
Το πιάτο ημέρας που ξεχώρισα, ήταν η κοιλιά τόνου στο grill σε συνδυασμό με κρίταμο.
Φυσικά δεν έλειπε από το μενού, το εμβληματικό πιάτου του Μαυρίκου, που δεν είναι άλλο από το σουπιόρυζο, με το μελάνι της σουπιάς μαγειρεμένο με γλυκό κρασί και πορτοκάλι και αισθητή την παρουσία του μαλάκιου στο πιάτο.
Από επιδόρπια δοκίμασα την κρέμα περγαμόντο, αλλά έφυγα με ένα παράπονο καθώς δεν ήταν έτοιμη ακόμη, μια παραδοσιακή καρπουζόπιτα που φτιάχνει ο Μαυρίκος.
Τις εντυπώσεις βέβαια, κλέβει η σεμνότητα και η φιλοξενία των Μαυρίκων, που παρόλες τις διακρίσεις και την αναγνωρισιμότητα, είναι στην ταβέρνα καθημερινά από νωρίς και φροντίζουν όσους τους επισκέπτονται, ώστε να φύγει ο πελάτης ευχαριστημένος. Ο Μαυρίκος λειτουργεί τους μήνες Απρίλιο έως Οκτώβριο. Πριν κάνετε μια επίσκεψη, βεβαιωθείτε τηλεφωνικώς πως το εστιατόριο είναι σε λειτουργία.