Από τα σταθερά πρωτοκλασάτα γευστικά μαγαζιά της Αθήνας, η Hytra, δικαιώνει τη φήμη της για μια ακόμη φορά.
H Hytra, βρίσκεται αναμφίβολα δικαίως στο top 3 των διαχρονικών και μόνιμα βραβευμένων εστιατορίων που φωτίζουν σήμερα τη σκηνή της ελληνικής γαστρονομίας. Ξεκίνησε τη λειτουργία της πριν πολλά χρόνια σ’ ένα μικρό, κομψό εστιατόριο στην Ναυάρχου Νικοδήμου, για να μεταφερθεί αρκετά αργότερα στη Στέγη του ιδρύματος Ωνάση, όπου και παραμένει μέχρι σήμερα. Από την κουζίνα της έχουν περάσει μεγάλα ονόματα, όπως ο Νίκος Καραθάνος και ο Τάσος Μαντής μεταξύ άλλων, που έχουν συμβάλλει καθοριστικά στη φήμη της. Σε δεσπόζουσα θέση στην κορυφή του πολυώροφου κτιρίου, εκτός από πολύ ενδιαφέρουσες γευστικές προτάσεις, προσφέρει στον επισκέπτη της και μια συναρπαστική θέα.
Μπορεί προσωπικά να βρίσκω τη μοντέρνα χειμερινή αίθουσα λίγο απρόσωπη, αλλά όπως κάθε φορά, η παραμονή μου εδώ ήταν ιδιαίτερα ευχάριστη. Για να είμαι ειλικρινής, αν και είχε περάσει περίπου ένας χρόνος από την τελευταία μου επίσκεψη, έχω μια αρκετά σαφή εικόνα για τη Hytra, μιας και την επισκέπτομαι δύο με τρεις φορές ετησίως. Στα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της μάλιστα, ο χώρος ήταν διακριτά χωρισμένος σε δύο τμήματα, το ένα αφιερωμένο στην υψηλή γαστρονομία και το δεύτερο σε πιο casual και πιο προσιτές οικονομικά προτάσεις. Αν και αυτός ο διαχωρισμός δεν εφαρμόζεται πια, αυτήν τη φορά, και παρότι βρέθηκα εδώ ένα βράδυ καθημερινής, το εστιατόριο ήταν σχεδόν γεμάτο.
Ένας από τους λόγους που με οδήγησαν στη Hytra ήταν και ο σεφ Γιώργος Φελεμέγκας, που κρατάει τα ηνία της κουζίνας και παράλληλα διαθέτει ένα πολύ ενδιαφέρον βιογραφικό. Εκτός από το ιερό για πολλούς Noma, αυτό περιλαμβάνει και το εστιατόριο του Martin Berasategui, τον οποίο έχω την τύχη να γνωρίζω πολύ καλά και θεωρώ μεγάλο δάσκαλο. Το πλούσιο και με άλλα ονόματα βιογραφικό του λοιπόν, ήταν ένα σοβαρό κίνητρο για να θελήσω να δοκιμάσω την κουζίνα του. Μια κουζίνα που αν και η περιγραφή των πιάτων δίνει αρχικά την εντύπωση πως διαθέτει ένα ελληνικό πρόσημο, στην πράξη είναι σαφώς σύγχρονη, χωρίς ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ελληνικότητας.
Από το μικρό σε έκταση μενού a la carte (υπάρχει και degustation), που αποτελείται από έξι πρώτα και τέσσερα κυρίως πιάτα, επέλεξα να δοκιμάσω περίπου τα μισά. Από τα πρώτα, θα σταθώ στο μιλφέιγ παντζαριού, το οποίο παρά τη φυτική του απλότητα, είναι ένα εξαιρετικά καλοστημένο πιάτο με γευστικά χαρακτηριστικά που σε προκαλούν να το ξαναδοκιμάσεις. Στη γαρίδα με αμύγδαλο, πράσο και σταφύλι από την άλλη, αν και ως πιάτο ήταν σωστό τεχνικά και καλοστημένο, δεν υπήρχε ιδιαίτερη ένταση, στο βαθμό που να δημιουργεί αναμνήσεις και να σε κάνει να το ξαναζητήσεις.
Ανάλογη ήταν και η εικόνα του κυρίως πιάτου με μπακαλιάρο και sauce χαβιάρι-μουστάρδα. Ένα ψάρι χωρίς ιδιαίτερη γευστική ένταση όπως ο μπακαλιάρος, θα ήταν προτιμότερο να είναι στολισμένο με το χαβιάρι της συνταγής, το οποίο δεν προσέφερε τίποτα μέσα στη sauce που τον πλαισίωνε. Με μια μικρή αναθεώρηση όμως, το πιάτο μπορεί να ανεβάσει ταχύτητα και να γίνει ιδιαίτερα ελκυστικό.
Στον αντίποδα, τα short ribs με ρεβίθια, καρότο, ξύγαλο και χαρουπόμελο, ήταν πραγματικά γευστικά ενδιαφέροντα, νόστιμα, ισορροπημένα και με απόλυτα διακριτά τα χαρακτηριστικά τους. Θα το πρότεινα ανεπιφύλακτα σε όποιον σκοπεύει να επισκεφτεί τη Hytra το επόμενο διάστημα.
Συνολικά, η Hytra διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ποιοτικού εστιατορίου και αξίζει την επίσκεψη δίχως αμφιβολία. Σ’ ένα περιβάλλον προσεγμένο και φιλόξενο η κουζίνα της (παρά τις μερικές αδυναμίες), προσφέρει στον πελάτη αυτό που επιβάλλει το όνομα του εστιατορίου. Το αποτελεσματικό και ευγενικό όσο πρέπει service και η επάρκεια της wine list, ολοκληρώνουν νομίζω την εικόνα.
Hytra Restaurant and Bar
Σύγχρονη Κουζίνα
Διευθ: Λεωφ. Ανδρέα Συγγρού 107, Αθήνα, 117 45 (εντός Στέγης Ωνάση)
Τηλ: 210 3316767
Ώρες λειτ: καθημ. 19:00-02:00
Τιμή: menu a la carte 70/100€ (χωρίς το κρασί)