Θυμάμαι ακόμα την συζήτηση που είχα πριν από 2-3 χρόνια με ένα φίλο, άρτι επιστρέψαντα από την Μύκονο. Μιλούσε με θαυμασμό για τον Νουσρέτ Γκιοκτσέ (aka Salt Bae), αυτόν τον απίθανο τύπο που έκανε λεφτά από την εστιατορική τέχνη επειδή αλάτιζε τα κρέατα από ψηλά και τύλιγε το κόκκαλο της μπριζόλας με χρυσόχαρτα. Ανάμεσα στα διάφορα θαυμαστικά, μου είχε επισημάνει ότι εφόσον ασχολούμαι σοβαρά με την γεύση είμαι υποχρεωμένος να επισκεφθώ το μαγαζί του και να πληρώσω, όσο ένα οικοπεδάκι σε μη τουριστικό νησί, για να ζήσω την εμπειρία.
Το αναφέρω σχετικά αναλυτικά, για να γίνει αντιληπτό πως όταν μιλάμε για ποιοτικό φαγητό και για υψηλή γαστρονομία πρέπει, παράλληλα, να σκεφτόμαστε και πόσοι είναι οι πιθανοί, υποψήφιοι πελάτες οι οποίοι μπορούν να στηρίξουν μια τέτοια προσπάθεια ενός εστιατορίου.
Η απάντηση, πέραν κάθε αμφιβολίας, είναι ελάχιστοι και σίγουρα λιγότεροι από αυτούς που πλήρωσαν σε ένα από τα μαγαζιά του Salt Bae (ήταν πολλοί) 700£ για μία μπριζόλα η 50£ για ένα μπακλαβά. Και ευτυχώς, απ’ ό,τι φαίνεται το καταναλωτικό κοινό του έδειξε πόρτα.
Οι ειδικοί της γαστρονομίας ισχυρίζονται ότι αυτό έγινε επειδή οι καταναλωτές στρέφονται σε περισσότερο υγιεινές επιλογές και στην ισορροπημένη διατροφή. Φοβάμαι ότι, μάλλον, κοιμούνται. Οι καταναλωτές, στην πλειοψηφία τους, δεν έχουν καμία σχέση με τις υγιεινές διατροφές. Στην πλειοψηφία τους, αν περάσετε έξω από ένα χαμπουργκεράδικο η σουβλατζίδικο θα το καταλάβετε. Η πραγματικότητα είναι ότι δεν έχουν χρήματα και το μόνο που μπορούν να κάνουν είναι να αγοράσουν ένα σημειωματάριο για να καταγράψουν τι θα αγοράσουν από το σουπερμάρκετ, κυρίως από τις προσφορές, για να βγάλουν τον μήνα.
Λυπάμαι πραγματικά αλλά όλα τα υπόλοιπα είναι φαντασιώσεις και ιδεολογικές σάλτσες. Τουλάχιστον έχουν και ένα καλό. Κλείνουν τους απατεώνες και τους εκμεταλλευτές της γεύσης. Όπως – ίσως – θα διαβάσετε, η αυτοκρατορία του εν λόγω πάει για κατεδάφιση.