fbpx
FLIC ICONS
FLIC ICONS
FLIC ICONS
FLIC ICONS
/
/
/
Απλά άνοστο ή επικίνδυνο «Το Μενού»; Διονύσης Κούκης και Γιάγκος Αντίοχος απαντούν… 
menu_main1

Απλά άνοστο ή επικίνδυνο «Το Μενού»; Διονύσης Κούκης και Γιάγκος Αντίοχος απαντούν… 

Ο Διονύσης Κούκης σχολιάζει τις γαστρονομικές αστοχίες της αμερικανικής ταινίας τρόμου, ενώ ο Γιάγκος Αντίοχος γράφει για την άνοστη κινηματογραφική του γεύση.

Το Μενού («The Menu») *1/2
2022, Διάρκεια: 106′
Σκηνοθεσία: Μαρκ Μάιλοντ. Πρωταγωνιστούν: Ρέιφ Φάινς, Άνια Τέιλορ – Τζόι, Νίκολας Χουλτ

Το είδος των ταινιών τρόμου από την πρώτη εμφάνιση τους, περίπου έναν αιώνα πριν, εκτός από την σκοτεινή αισθητική και το αίσθημα του φόβου που προκαλούν στον θεατή πάντοτε ενσωμάτωναν έντονα το στοιχείο του συμβολισμού. Έτσι ο γερμανικός εξπρεσιονισμός εξέφραζε την (δικαιολογημένη όπως αποδείχτηκε) ανησυχία για το εύθραυστο μεταπολεμικό σκηνικό, τα zombie movies την ευρύτερη αμφισβήτηση και τον αντικομφορμισμό της δεκαετίας του ’60 στο δυτικό κόσμο και η αναβίωση του είδους τη δεκαετία του ’80 στις Η.Π.Α. την αποστροφή ενός κομματιού της κοινωνίας απέναντι στον θρίαμβο του ριγκανισμού. Σε όλες τις παραπάνω κοινωνικές προεκτάσεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την φροϋδική «ορμή προς το θάνατο» και την απόλαυση που λαμβάνουμε θυμίζοντας την στον εγκέφαλό μας που και που.  Όπως και να έχει το είδος ταινιών τρόμου δεν αποτελεί και ποτέ δεν αποτελούσε μια απλή άσκηση ύφους.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο «Το Μενού» δεν αποτελεί καμία εξαίρεση. Το σενάριο των Σεθ Ράις και Γουίλ Τρέισι εκτός από σασπένς και χιούμορ κρύβει (μάλλον δεν το κρύβει και πολύ) και ένα ταξικό σχόλιο. Η ιστορία του «Μενού» αφηγείται το ταξίδι ενός νεαρού ζευγαριού σε ένα απομακρυσμένο νησί του Βορειοδυτικού Ειρηνικού, όπου θα δειπνήσει σε ένα ακριβό πριβέ εστιατόριο. Εκεί, ο παγκοσμίως καταξιωμένος σεφ Julian Slowik έχει ετοιμάσει ένα μενού γευσιγνωσίας για εκλεκτούς πελάτες. Γρήγορα, όμως, το δείπνο στο μαγευτικό νησί θα πάρει μια εξαιρετικά άγρια τροπή…

Μόνο που ο τηλεοπτικός σκηνοθέτης Μαρκ Μάιλοντ δεν σερβίρει σωστά τις μερίδες τρόμου που έχει ετοιμάσει. Για να μπορέσεις να τρομάξεις τον θεατή θα πρέπει πρώτα να τον ξεγελάσεις, δηλαδή να θεωρήσει αρχικά ότι όλα βαίνουν καλώς, για να προχωρήσεις εν συνεχεία στην ανατροπή και να δημιουργήσεις το αίσθημα του τρόμου. Όμως, τίποτα δεν θυμίζει μια κάποια κανονικότητα στο νησί, για όποιον έχει πάει έστω και μια φορά σε εστιατόριο στη ζωή του. Ο σεφ, που τον υποδύεται ικανοποιητικά ο Ρέιφ Φάινς, βρίσκεται από το πρώτο δευτερόλεπτο σε μια ημίτρελη κατάσταση με βλέμμα θολωμένο, ενώ η αρμάδα του μοιάζει με άψυχα ρομπότ σε ανοιχτή κουζίνα. Ακόμη και ο πιο ανυποψίαστος πελάτης ενός εστιατορίου θα καταλάβαινε αμέσως ότι αντί για εστιατόριο έχει επισκεφτεί άντρο… serial killers. Άρα καμία έκπληξη δεν προκαλείται όταν ξαφνικά τα μαχαίρια βγαίνουν από την κουζίνα και αρχίζουν να σουλατσάρουν στο καλαίσθητο σαλέ.

Αυτά σε δημιουργικό επίπεδο. Γιατί σε ότι έχει να κάνει με το συμβολικό επίπεδο τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα. Οι σεναριογράφοι παρουσιάζουν την υψηλή γαστρονομία σαν ανώφελο χόμπι της αριστοκρατίας. Σαν μια άνευ προηγουμένου άσκηση δηθενιάς. Ένα πεδίο όπου η αστική τάξη, τα golden boys, οι ψωνισμένοι κριτικοί γεύσεις, οι καλλιτέχνες και οι φιλόδοξοι μικροαστοί εξασκούν τις ναρκισσιστικές τους φιλοδοξίες. Και ποια είναι η αλήθεια κατά τους σεναριογράφους; To χάμπεργκερ… Στο «Μενού» βλέπουμε μια πλήρη απαξίωση της γαστρονομικής τέχνης και μια αποθέωση του street food για χάρη μιας σεναριακής απλούστευσης που δεν στέκει πουθενά. Αν είναι τέτοιο το κινηματογραφικό ή τηλεοπτικό μενού τότε ευχαριστούμε αλλά δεν θα πάρουμε…

Η τοποθέτηση του Διονύση Κούκη, η οποία συμπληρώνει αυτή του Γιάγκου Αντίοχου ακολουθεί.

Η σκοτεινή πλευρά του «μενού»

Γράφει ο Διονύσης Κούκης

Ο Γιάνγκος Αντίοχος στην από κινηματογραφικής άποψης αξιολόγηση της ταινίας «Το μενού», καταλήγει συμπερασματικά στο εξής: «Στο μενού βλέπουμε, μια πλήρη απαξίωση της γαστρονομικής τέχνης και μια αποθέωση του street food για χάρη μιας σεναριακής απλούστευσης που δεν στέκει πουθενά». Σε ότι με αφορά το μόνο πράγμα το οποίο δεν χαρακτηρίζει αυτό το έργο είναι η σεναριακή απλούστευση, όπως τουλάχιστον φαίνεται ότι περιγράφεται στο κείμενο της κινηματογραφικής παρουσίασης.

Κάνοντας μια ριψοκίνδυνη προέκταση θα πω ότι το σενάριο και γενικότερα η ταινία, περισσότερο παραπέμπουν στα χαμηλότερα γαστρονομικά γευστικά ένστικτα μιας αμόρφωτης και (κατά κύριο λόγο) εν πολλοίς μη έχουσας τα οικονομικά μέσα για ποιοτική διατροφή κοινωνικής μάζας. Θα μου επιτραπεί μάλιστα η ριψοκίνδυνη τοποθέτηση της παρομοίωσης της ταινίας με προπαγανδιστικό spot που θυμίζει γκαιμπελίσκους. Η βαρβαρότητα της παρουσίασης η οποία αν δεν καθαγιάζει, τουλάχιστον αιτιολογεί τις ακρότητες του «Γκαουλάιτερ» σεφ απέναντι σε έναν εσμό ατόμων, τα οποία ουδεμία σχέση έχουν με τον πολιτισμό της γεύσης και ευρύτερα με τον πολιτισμό γενικότερα, (όπως διαφαίνεται ανάμεσα από τις γραμμές για τον θεατή που αντιλαμβάνεται τι βλέπει) σχεδόν καθαγιάζεται ή τουλάχιστον εμφανίζεται λογικά αποδεκτή.

Το χάμπουργκερ σαν άλλη αρεία φυλή του φαγητού μετατρέπεται σε λυτρωτικό γευστικό σκεύασμα, ενώ παράλληλα η γευστική απόλαυση του συνοδεύεται με την οπτική απόλαυση του καθαρτηρίου πυρός, το οποίο εξαγνίζει τον χώρο του πολιτισμού της γεύσης για να τον παραδώσει αμόλυντο στο χάμπουργκερ (για την Αμερική μιλάμε) αλλά και στο σουβλάκι, την πίτσα και το delivery. Εν κατακλείδι, η ταπεινή μου γνώμη είναι ότι μπορεί κινηματογραφικά «Το Μενού» να είναι αυτό το οποίο εύστοχα περιγράφει ο Γιάνγκος Αντίοχος , κατά τη γνώμη μου όμως, είναι μια φασιστοειδής σύλληψη η οποία εάν δεν αντιστοιχεί στο αυγό του φιδιού δείχνει τον δρόμο προς αυτό και κάνει μια δυσοίωνη πρόβλεψη για το μέλλον.

Ακολουθήστε μας

Περισσότερα