Από τον Νίκο Κοντοσώρο δεν μένει μόνο η ανάμνηση μιας πολύχρονης φιλίας και το όνομα του εστιατορίου του. Μένει ολοζώντανη η παρακαταθήκη που άφησε, η οποία σήμερα βρίσκεται στα άξια χέρια της κόρης του, Ηλιάνας. Το εστιατόριο του Νίκου κατάφερε από μόνο του να βγει από την αφάνεια ενός μικρού χωριού έξω από το Αμύνταιο, που μέχρι τότε δεν είχε κάτι ιδιαίτερο να πει. Κατάφερε να κάνει την κεντρική Μακεδονία προορισμό γευστικής εξόρμησης. Είχαμε συζητήσει πολλές φορές, αλλά η σεμνότητά του τον έκανε πάντα να λέει πως «αν δεν ήσασταν εσείς για να μας γνωρίσει ο κόσμος, ό,τι κι αν κάναμε εμείς δεν θα είχε κανένα αποτέλεσμα».
Ας έρθουμε όμως στο σήμερα. Η Ηλιάνα, όπως ήταν αναμενόμενο, ακολούθησε τα ίδια χνάρια του Νίκου και πήρε τις αρετές του. Την είχα γνωρίσει για πρώτη φορά όταν δούλευε στους Παξούς, σε ένα πολύ καλό εστιατόριο, στον Ερημίτη. Στην κουζίνα συνεργάζεται στενά με τον Ηλία Γκιόζη, ο οποίος μαθήτευσε για πολλά χρόνια δίπλα στον Νίκο και συνεχίζουν μαζί την ίδια παράδοση. Μια παράδοση με γερά θεμέλια στην ελληνική κουζίνα και ταυτόχρονο στόχο τη διάσωση της γευστικής κληρονομιάς της περιοχής.
Εάν τα βήματά σας δεν σας έχουν φέρει μέχρι τώρα στην πόρτα του εστιατορίου, πρέπει να το κάνετε. Από όλα τα γνωστά ποιοτικά μαγαζιά της απομονωμένης επαρχίας, ο Κοντοσώρος είναι – αν όχι το ένα – σίγουρα ένα από τα πιο εμβληματικά. Όπως εμβληματικό είναι και το σουτ μακάλο, μια τοπική, φτωχική παρασκευή που στηρίζεται σε μοσχαρίσια κεφτεδάκια, τα οποία συμπληρώνονται από μια πληθωρική, σκορδάτη αλευρόσαλτσα εμπλουτισμένη με κοκκινοπίπερο και κρόκο. Στο μενού υπάρχει πάντα και κάποια παραδοσιακή πίτα, συχνά η περίφημη τραχανόπιτα.
Ένα ακόμη μεγάλο ατού στην πρόταση του Κοντοσώρου είναι η wine list. Φανατικός συλλέκτης κρασιού, ο Νίκος, είχε πάντα μια πλούσια κάβα και μαζί είχαμε κάνει πολλές δοκιμές. Η Ηλιάνα συνεχίζει την παράδοση του πατέρα της και είναι βέβαιο ότι, αν είστε φίλοι του κρασιού, θα έχετε την ευκαιρία να δοκιμάσετε σημαντικά και αξιόλογα κρασιά.